◄◄ | ◄ | Επιχειρηματολογία για τη νεκρανάσταση | ▲ | Η Εποχή της Λογικής: Μέρος 3ο | ► | ►► |
(CC) 2009 EvanT |
Στο προηγούμενο μέρος της “Εποχής της Λογικής” μίλησα για τρεις απάτες, το μυστήριο, το θαύμα και την προφητεία, και αφού δεν έχω διαβάσει απαντήσεις σε εκείνο το έργο μου που να επηρεάζουν τις απόψεις μου για τα θέματα αυτά, δεν θα επιβαρύνω το Δεύτερο Μέρος με περιττές προσθήκες.
Στο ίδιο έργο μίλησα, επίσης, και για αυτό που ονομάζεται “αποκάλυψη” και έδειξα την παράλογη χρήση του όρου στα βιβλία της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, αφού σίγουρα δεν νοείται αποκάλυψη όταν κάποιος διηγείται γεγονότα στα οποία δεν πήρε μέρος και δεν είδε ο ίδιος. Αυτά που έχει δει ή κάνει κάποιος δεν χρειάζεται αποκάλυψη για να ξέρει ότι τα είδε ή τα έκανε, αφού τα ξέρει ήδη, ούτε για να τα πει και να τα γράψει. Το να χρησιμοποιηθεί ο όρος “αποκάλυψη” σε τέτοιες περιπτώσεις, μόνο από άγνοια μπορεί να γίνει ή να επιβληθεί επίτηδες. Ωστόσο η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη κατηγοριοποιούνται και οι δύο υπό την ψευδή περιγραφή της αποκάλυψης.
Η αποκάλυψη, ως όρος σχετικός με το Θεό και τον άνθρωπο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί όταν ο Θεός αποκαλύπτει τη θέλησή του στον άνθρωπο. Αλλά παρόλο που κανείς δεν αρνείται τη δύναμη του Μεγαλοδύναμου να επικοινωνήσει τοιουτοτρόπως, ωστόσο τα αποκαλυφθέντα (αν όντως έχει αποκαλυφθεί ποτέ τίποτε, αφού είναι αδύνατο να αποδειχθεί) αποτελούν αποκάλυψη μόνο γι’αυτόν στον οποίο γίνεται. Αν το διηγηθεί σε κάποιον άλλο δεν είναι αποκάλυψη και όποιος εμπιστεύεται μια τέτοια διήγηση, εμπιστεύεται αυτόν που τη διηγείται. Και αυτός [που τη διηγείται] μπορεί να είχε εξαπατηθεί, μπορεί να την ονειρεύτηκε ή να είναι απατεώνας και να λέει ψέματα. Δεν υπάρχει κριτήριο με το οποίο να κριθεί αν λέει την αλήθεια, γιατί ακόμα κι αν αυτά που λέει δεν είναι ανήθικα, αυτό δεν είναι απόδειξη αποκάλυψης. Η σωστή απάντηση σε τέτοια περίπτωση πρέπει να είναι “Όταν μου αποκαλυφθεί κι εμένα αυτό, θα πιστέψω ότι είναι αποκάλυψη, αλλά δεν μπορείς να περιμένεις από εμένα να πιστέψω ότι είναι αποκάλυψη, ούτε είναι πρέπον να δεχθώ το λόγο ενός ανθρώπου ως το λόγο του Θεού και να βάλω έναν άνθρωπο στη θέση του Θεού.”
Με αυτό τον τρόπο μίλησα για την αποκάλυψη στο προηγούμενο μέρος της “Εποχής της Λογικής” και παρόλο που ευλαβώς παραδέχομαι ότι είναι κάτι δυνατόν, γιατί, όπως ήδη έχω πει, τα πάντα είναι δυνατά για το Μεγαλοδύναμο, αυτό μας προστατεύει από την επιβολή ενός ανθρώπου σε έναν άλλο και εμποδίζει την κακή χρήση που μπορεί να έχει μια προσποιητή αποκάλυψη.
Προσωπικά όμως, παρόλο που δέχομαι την πιθανότητα αποκάλυψης, δεν πιστεύω ότι ο Μεγαλοδύναμος μετέδωσε πληροφορίες ποτέ σε οποιονδήποτε άνθρωπο, είτε μιλώντας σε οποιαδήποτε γλώσσα, είτε με οράματα ή οπτασίες, είτε με οποιονδήποτε τρόπο μπορεί να γίνει αντιληπτός με τις αισθήσεις μας, εκτός του ότι εκδηλώνεται παγκοσμίως σε όλα τα έργα του στην Πλάση και γι’αυτό αισθανόμαστε απέχθεια στις κακές πράξεις και ρέπουμε προς τις καλές.[165]
Η πιο απεχθής κακία, οι πιο φρικαλέες ωμότητες, οι μεγαλύτερες θλίψεις που στοιχειώνουν την ανθρωπότητα, όλες έχουν τη ρίζα τους στην αποκάλυψη και τις εξ αποκαλύψεως θρησκείες. Είναι η πιο ανέντιμη πεποίθηση για το χαρακτήρα του Θείου, άκρως καταστροφική για την ηθική, την ειρήνη και την ευτυχία του ανθρώπου που έχει υπάρξει και προάγεται από τότε που υπάρχει ο άνθρωπος. Καλύτερα θα ήταν να παραδεχόμασταν, αν είναι δυνατό, ότι κυκλοφορούν ελεύθεροι χιλιάδες δαίμονες και να κηρύσσουμε δημόσια την ύπαρξή τους, αν όντως υπήρχαν δαίμονες, παρά να παραδεχόμαστε ότι απατεώνες και τέρατα, όπως ο Μωυσής, ο Ιησούς του Ναυή, ο Σαμουήλ και οι βιβλικοί προφήτες, έχουν το λόγο του Θεού στο στόμα τους και είναι άξιοι της εκτίμησή μας.
Από πού ξεπήδησαν όλες οι απαίσιες γενοκτονίες ολόκληρων εθνών, ανδρών, γυναικών και βρεφών, με τις οποίες είναι γεμάτη η Βίβλος; Και οι αιματηρές διώξεις και τα βασανιστήρια μέχρι θανάτου και οι ιεροί πόλεμοι, που από τότε έχουν κυλήσει την Ευρώπη στο αίμα και στη στάχτη; Από πού προέκυψαν όλα αυτά αν όχι από τη βέβηλη εξ αποκαλύψεως θρησκεία και την τερατώδη πίστη ότι ο Θεός έχει μιλήσει στον άνθρωπο; Τα ψέματα της Παλαιάς Διαθήκης είναι η αιτία του πρώτου και τα ψέματα της Καινής Διαθήκης του δεύτερου.
Μερικοί Χριστιανοί παριστάνουν ότι ο Χριστιανισμός δεν καθιερώθηκε με το ξίφος, αλλά για ποια χρονική περίοδο μιλάνε; Θα ήταν αδύνατο δώδεκα άνθρωποι να ξεκίνησαν [τη θρησκεία] με το ξίφος· δεν είχαν αρκετή δύναμη. Αλλά μόλις οι υποστηρικτές του Χριστιανισμού ήταν αρκετά ισχυροί για να χρησιμοποιήσουν το ξίφος, το έκαναν· και την πυρά και το ρόπαλο. [166, 167] Ομοίως και ο Μωάμεθ. Με την ίδια λογική που ο Πέτρος έκοψε το αυτί του υπηρέτη του αρχιερέα (αν η ιστορία είναι αληθινή) θα έκοβε και το αυτί και το κεφάλι του αφέντη του αν μπορούσε. Αλλά εκτός από αυτό, ο Χριστιανισμός βασίζεται στην [Εβραϊκή] Βίβλο και η Βίβλος καθιερώθηκε ολοκληρωτικά με το ξίφος και αυτό στη χειρότερη μορφή χρήσης του· όχι για να τρομοκρατήσει, αλλά για να εκμηδενίσει. Οι Εβραίοι δεν προσηλύτιζαν· σφάζανε. Η Παλαιά Διαθήκη είναι ο πατέρας της Καινής Διαθήκης και ονομάζονται και οι δύο “λόγος του Θεού.” Οι Χριστιανοί διαβάζουν και τα δύο βιβλία· οι ιερείς κηρύσσουν και από τα δύο βιβλία· και αυτό που ονομάζεται Χριστιανισμός είναι φτιαγμένο κι απ’τα δύο βιβλία. Είναι λάθος, λοιπόν, να λέμε ότι ο Χριστιανισμός δεν καθιερώθηκε με το ξίφος.[168]
Το μόνο δόγμα που δεν έκανε διωγμούς είναι οι Κουακέροι· και ο μόνος λόγος είναι ότι είναι περισσότερο Ντεϊστές, παρά Χριστιανοί. Δεν πιστεύουν τόσο στον Ιησού Χριστό και ονομάζουν τις Γραφές “νεκρό γράμμα.” Αν είχαν χρησιμοποιήσει χειρότερο όνομα, θα ήταν πιο κοντά στην αλήθεια.
Είναι υποχρέωση κάθε ανθρώπου που τιμά το χαρακτήρα του Δημιουργού, που επιθυμεί να μικρύνει τον κατάλογο με τις τεχνητές στεναχώριες και να αφαιρέσει την αιτία που έχει σπείρει διωγμούς στην ανθρωπότητα, να αποβάλλει όλες τις ιδέες της εξ αποκαλύψεως θρησκείας ως επικίνδυνη αίρεση και βέβηλη απάτη. Τι έχουμε μάθει από αυτό το απατηλό πράγμα που λέγεται “ εξ αποκαλύψεως θρησκεία”; Τίποτα χρήσιμο για τον άνθρωπο και πολλά ατιμωτικά για το Δημιουργό. Τι μας διδάσκει η Βίβλος; Βιασμούς, βαρβαρότητες και φόνους. Τι μας διδάσκει η Καινή Διαθήκη; Ότι ο Μεγαλοδύναμος διέπραξε μοιχεία με μια αρραβωνιασμένη γυναίκα και ότι αυτό λέγεται “πίστη”.
Όσο για τα ψήγματα ηθικής που υπάρχουν σκόρπια και αραιά μέσα σ’αυτά τα βιβλία δεν αποτελούν μέρος της εξ αποκαλύψεως θρησκείας. Είναι οι φυσικές προσταγές της συνείδησης και οι δεσμοί που κρατούν ενωμένη την κοινωνία, χωρίς τους οποίους δε μπορεί να υπάρξει· και είναι οι ίδιοι σε όλες τις θρησκείες και όλες τις κοινωνίες. Η Καινή Διαθήκη δε διδάσκει τίποτε καινούργιο γύρω από το θέμα αυτό και όπου προσπαθεί να ξεπεράσει [την ηθική αυτή] γίνεται κακόψυχη και γελοία. Το δόγμα κατά της εκδίκησης εκφράζεται καλύτερα στις Παροιμίες, που είναι συλλογή Εθνικών και Εβραϊκών κειμένων, παρά στην Καινή Διαθήκη. Εκεί, στο 25,21 λέει “ἐὰν πεινᾷ ὁ ἐχθρός σου, ψώμιζε αὐτόν, ἐὰν διψᾷ, πότιζε αὐτόν·”[169], [170] αλλά όταν στην Καινή Διαθήκη λέει “ἀλλ’ ὅστις σε ῥαπίζει εἰς τὴν δεξιὰν σιαγόνα, στρέψον αὐτῷ καὶ τὴν ἄλλην”[171](Μτ 5,39) αυτό δολοφονεί την αξιοπρέπεια της ανεκτικότητας και βυθίζει τον άνθρωπο σε επίπεδο σκύλου.[172]
Η αγάπη προς τους εχθρούς είναι άλλο ένα δόγμα προσποιητής ηθικής και επιπλέον δεν έχει νόημα. Εξαρτάται από τον ίδιο τον άνθρωπο, ως ηθικό ον, να μην εκδικείται. Επιπλέον, είναι και καλή στρατηγική, αφού διαφορετικά δεν υπάρχει τέλος στην αντεκδίκηση· ο ένας θα εκδικείται τον άλλο και ο καθένας θα το ονομάζει “δικαιοσύνη”. Αλλά το να αγαπάς κάποιον που σου κάνει κακό είναι πρόσκληση για έγκλημα. Άλλωστε, η λέξη “εχθρός” είναι πολύ γενική και αόριστη για να χρησιμοποιηθεί σε έναν ηθικό απόφθεγμα, που θα έπρεπε να είναι καθαρό και ακριβές σαν παροιμία. Αν ένας άνθρωπος είναι εχθρός κάποιου άλλου από λάθος ή προκατάληψη, όπως στην περίπτωση θρησκευτικών ή και πολιτικών διαφωνιών, τότε είναι διαφορετικού είδους εχθρός από κάποιον που απλά έχει εγκληματικό σκοπό. Το τι θα επιλέξουμε να υπομείνουμε θα έπρεπε να εξαρτάται από εμάς και να συνεισφέρει στην ψυχική μας ηρεμία. Αλλά ακόμα και αυτό το υποτυπώδες κίνητρο δεν είναι αρκετό για να κάνει κάποιον να αγαπήσει τον άλλο· και το να πούμε ότι μπορούμε να αγαπήσουμε κάποιον εκουσίως[173] και χωρίς κίνητρο είναι ηθικά και οργανικά αδύνατο.
Η ηθική πληγώνεται όταν της επιβάλλουμε υποχρεώσεις που εξ αρχής δεν μπορεί να εκπληρώσει και που και να μπορούσε, μάλλον θα προκαλούσαν κακό ή, όπως είπα ήδη, θα αποτελούσαν δικαιολογία για έγκλημα. Το ηθικό απόφθεγμα “να φερόμαστε στους άλλους όπως θα θέλαμε να μας φέρονται” δεν περιλαμβάνει αυτό το παράξενο δόγμα της αγάπης προς τους εχθρούς μας, αφού κανείς δεν περιμένει να αγαπηθεί για το έγκλημά του ή την εχθρότητά του.
Αυτοί που διδάσκουν το δόγμα της αγάπης των εχθρών συνήθως είναι οι μεγαλύτεροι διώκτες, και οι πράξεις τους είναι συνεπείς με το δόγμα τους· κι αυτό γιατί το δόγμα είναι υποκριτικό και είναι λογικό ένας υποκριτής να ενεργεί αντίθετα με αυτά που διδάσκει. Εγώ, προσωπικά, αποκηρύσσω αυτό το δόγμα και το θεωρώ ψεύτικο ή κατασκευασμένο, ωστόσο δεν υπάρχει άνθρωπος που να μπορεί να πει ότι έχω καταδιώξει ποτέ μου άνθρωπο ή ομάδα ανθρώπων, είτε κατά την Αμερικανική, είτε κατά τη Γαλλική Επανάσταση, ή ότι έχω εκδικηθεί ποτέ κανένα. Αλλά δεν εξαρτάται από τον άνθρωπο να ανταμείψει μια κακή πράξη με μια καλή ή να κάνει καλό σε κάποιον που τον έβλαψε· και όποτε το κάνει θα πρέπει να το κάνει εθελοντικά και όχι ως υποχρέωση. Επιπλέον, είναι παράλογο να υποθέτει κανείς ότι αυτό το δόγμα μπορεί να είναι μέρος μιας θρησκείας που βασίζεται στην αποκάλυψη. Μιμούμαστε τον Δημιουργό με το να είμαστε αγαθοί, όπως και Αυτός είναι αγαθός με όλους μας, αλλά αυτό το δόγμα υπονοεί ότι ο Θεός αγαπά τον άνθρωπο όχι επειδή είναι κι αυτός ανάλογα καλός, αλλά επειδή είναι κακός.[174]
Αν αναλογιστούμε τη φύση της κατάστασής μας εδώ, πρέπει να δούμε ότι δεν υπάρχει δυνατότητα για κάτι σαν την εξ αποκαλύψεως θρησκεία. Τι θέλουμε να μάθουμε; Η Πλάση, το Σύμπαν που βλέπουμε, δεν μας κηρύσσει την ύπαρξη ενός Μεγαλοδύναμου Όντος που κυβερνά και ρυθμίζει το σύνολο; Και οι αποδείξεις που η Πλάση παρέχει στις αισθήσεις μας δεν είναι ισχυρότερες από οτιδήποτε μπορούμε να διαβάσουμε σε ένα βιβλίο που οποιοσδήποτε απατεώνας θα μπορούσε να έχει γράψει και να το ονομάσει “λόγο του Θεού”; Όσο για την ηθική, αυτή υπάρχει στη συνείδηση κάθε ανθρώπου.
Βρισκόμαστε εδώ. Η ύπαρξη ενός Μεγαλοδύναμου Όντος μας αποδεικνύεται επαρκώς, παρόλο που δεν μπορούμε να συλλάβουμε τη φύση αυτής της Ύπαρξης, αφού αυτό είναι αδύνατον. Δεν μπορούμε να συλλάβουμε πώς βρεθήκαμε εδώ και ωστόσο ξέρουμε ότι υπάρχουμε.[175] Πρέπει όμως να ξέρουμε και ότι η δύναμη που μας δημιούργησε μπορεί αν θέλει και όποτε θέλει να μας καλέσει να απολογηθούμε για τον τρόπο που ζήσαμε εδώ. Συνεπώς δεν χρειαζόμαστε κανέναν άλλο λόγο για να το πιστέψουμε αυτό, αφού είναι λογικό να υποθέσουμε ότι θα το κάνει, δεδομένου ότι γνωρίζουμε εκ των προτέρων ότι μπορεί. Η πιθανότητα αυτής της υπόθεσης είναι το μόνο που χρειάζεται να ξέρουμε, γιατί αν ξέραμε στα σίγουρα ότι θα συμβεί, θα ήμασταν σκλάβοι του τρόμου, η πίστη μας δεν θα είχε αξία και οι καλύτερες πράξεις μας δεν θα ήταν ενάρετες.
Ο Ντεϊσμός μας διδάσκει, χωρίς να υπάρχει περίπτωση να εξαπατηθούμε, ότι είναι απαραίτητο ή πρέπον να ξέρουμε. Η Πλάση είναι η Βίβλος του Ντεϊστή. Εκεί μπορεί κανείς να διαβάσει, γραμμένο με το χέρι του ίδιου του Θεού, τη βεβαιότητα της ύπαρξής του, την αιωνιότητα της δύναμής του και ότι όλες οι Βίβλοι και οι Διαθήκες είναι γι’Αυτόν πλαστές. Η πιθανότητα ότι μπορεί να κληθούμε να λογοδοτήσουμε θα επηρεάσει την πίστη αυτών που μπορούν να σκεφτούν, γιατί η πίστη ή η δυσπιστία μας δεν μπορεί να πλάσει ή να αναιρέσει το γεγονός αυτό. Αφού βρισκόμαστε σ’αυτή την κατάσταση ελεύθερης ύπαρξης, όπως θα έπρεπε, μόνο ένας ανόητος και όχι ένας φιλόσοφος, ούτε καν ένας σώφρων άνθρωπος, θα ζούσε λες και δεν υπάρχει Θεός.
Αλλά η πίστη σε ένα Θεό αποδυναμώνεται όταν αναμειγνύεται με τους παράδοξους μύθους της Χριστιανικής πίστης και τις τρελές περιπέτειες που διηγείται η Βίβλος και τις σκοτεινές και χυδαίες ανοησίες της Καινής Διαθήκης· και το μυαλό του ανθρώπου χάνεται σαν σε ομίχλη. Βλέποντας όλη αυτή τη μπερδεμένη μάζα, μπερδεύει τα γεγονότα με το μύθο και καθώς δεν μπορεί να τα πιστέψει όλα, νιώθει την ανάγκη να τα απορρίψει όλα. Αλλά η πίστη στο Θεό είναι κάτι διαφορετικό και δε θα πρέπει να μπερδεύεται με αυτά. Η ιδέα μιας Τριάδας Θεών έχει αποδυναμώσει την πίστη στον ένα Θεό. Ο πολλαπλασιασμός των θρησκευτικών πρακτικών δρα ως διαίρεση της πίστης και ότι διαιρείται, αποδυναμώνεται.
Η θρησκεία μ’αυτό τον τρόπο γίνεται ένας τύπος αντί για γεγονός, μια ιδέα αντί για μια αρχή. Η ηθική εξορίζεται για να ανοίξει χώρος για το φανταστικό πράγμα που λέγεται πίστη και αυτή η πίστη βασίζεται σε μια υποτιθέμενη μοιχεία. Αντί για το Θεό, κηρύσσεται ένας άνθρωπος. Μια εκτέλεση είναι αντικείμενο ευγνωμοσύνης. Οι ιεροκήρυκες πασαλείβονται με αίμα σαν ομάδα δολοφόνων και παριστάνουν ότι θαυμάζουν τη λάμψη που τους προσδίδει. Διδάσκουν ένα ανιαρό κήρυγμα με βάση τα προτερήματα της εκτέλεσης και μετά δοξάζουν τον Ιησού Χριστό επειδή εκτελέστηκε και καταδικάζουν τους Εβραίους που τον εκτέλεσαν.
Ένας άνθρωπος, ακούγοντας όλες αυτές τις ανοησίες να κηρύσσονται μαζί, μπερδεύει το Θεό της Δημιουργίας με το Θεό των Χριστιανών και καταλήγει να ζει σα να μην υπάρχει κανένας.
Από όλα τα θρησκευτικά συστήματα που έχουν εφευρεθεί, κανένα δεν είναι πιο υποτιμητικό για το Μεγαλοδύναμο, πιο καταστροφικό για τον άνθρωπο και πιο εσωτερικά αντιφατικό από αυτό που ονομάζεται Χριστιανισμός. Είναι υπερβολικά παράλογο για να γίνει πιστευτό, αδύνατο να πειστεί κανείς [ότι είναι αληθινό] και οι πρακτικές του πολύ άστατες για να τηρηθούν· αποχαυνώνει την καρδιά [176] και παράγει μόνο άθεους και φανατικούς. Ως μέσο εξουσίας βοηθάει το δεσποτισμό και είναι μέσο πλουτισμού και κορεσμού της πλεονεξίας των ιερέων, αλλά όσον αφορά το καλό του ανθρώπου γενικότερα, δεν οδηγεί σε τίποτα, ούτε εδώ, ούτε στη μετέπειτα ζωή.
Η μόνη θρησκεία που δεν έχει εφευρεθεί και που περιέχει όλα τα στοιχεία θεϊκής προέλευσης είναι ο αγνός και απλός Ντεϊσμός. Πρέπει να ήταν η πρώτη [θρησκεία] που πίστεψε ο άνθρωπος και η τελευταία στην οποία θα [καταλήξει] να πιστεύει. Αλλά ο αγνός και απλός Ντεϊσμός δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες των δεσποτικών κυβερνήσεων. Δεν μπορούν να χειραγωγήσουν τη θρησκεία αν δεν την αναμείξουν πρώτα με ανθρώπινες εφευρέσεις και αν δεν ενσωματώσουν την εξουσία τους σ’αυτή. Ούτε και ανταποκρίνεται στην πλεονεξία των ιερέων και στην ανάγκη τους να ενσωματώσουν τους εαυτούς τους σ’αυτή, ώστε να γίνουν, όπως και η κυβέρνηση, ένα μέρος του συστήματος. Αυτό είναι που δημιουργεί την κατά τ’άλλα μυστηριώδη διαπλοκή Εκκλησίας και Κράτους· που καθιστά την Εκκλησία ανθρώπινο [δημιούργημα] και το Κράτος τυραννικό.
Αν ένας άνθρωπος εντυπωνόταν πλήρως και ισχυρά, όπως θα έπρεπε, με την πίστη σε ένα Θεό, η ηθική του ζωή θα ρυθμιζόταν από τη δύναμη της πίστης του και θα έστεκε έκθαμβος μπροστά στο Θεό και τον ίδιο του τον εαυτό και δε θα έκανε τίποτα που δε θα μπορούσε να κρύψει και από τους δύο. Αλλά για να μπορέσει αυτή η πίστη να αποκτήσει την μέγιστη δύναμή της, είναι αναγκαίο να μπορεί να ενεργήσει μόνη της. Αυτό είναι ο Ντεϊσμός.
Αλλά, όταν σύμφωνα με το Χριστιανικό Τριαδικό σύστημα, ένα τμήμα του Θεού είναι ένας ετοιμοθάνατος άνθρωπος και ένα άλλο, το Άγιο Πνεύμα, είναι ένα περιστέρι, είναι αδύνατο η ανθρώπινη πίστη να προσκολληθεί σε τέτοιες ανόητες ιδέες. [177]
Όλες οι θρησκείες που έχουν εφευρεθεί, συμπεριλαμβανομένης και της Χριστιανικής Εκκλησίας, έχουν ως σκοπό να κρατήσουν τον άνθρωπο σε άγνοια, ώστε να μη γνωρίζει το Δημιουργό, όπως οι κυβερνήσεις θέλουν οι άνθρωποι να μη γνωρίζουν τα δικαιώματά τους. Οι πρακτικές τόσο του ενός συστήματος όσο και του άλλου είναι δόλιες, και έχουν σχεδιαστεί για να αλληλοϋποστηρίζονται. Η μελέτη της θεολογίας στις χριστιανικές εκκλησίες είναι η μελέτη του τίποτα· βασίζεται στο τίποτα, δεν βασίζεται σε [ηθικές] αξίες, δεν έχει αξιοπιστία, δεν έχει στοιχεία, δεν μπορεί να αποδείξει τίποτα και δεν το παραδέχεται. Τίποτα δεν μπορεί να μελετηθεί επιστημονικά αν δεν γνωρίζουμε τις αρχές στις οποίες βασίζεται. Αυτό δεν μπορεί να εφαρμοστεί στην χριστιανική θεολογία, συνεπώς πρόκειται για μελέτη του τίποτα.
Αντί να μελετάμε θεολογία, όπως γίνεται τώρα, μελετώντας την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη, τα νοήματα των οποίων πάντα μπορούν να διαστραφούν και η αξιοπιστία τους να απορριφθεί, είναι απαραίτητο να στραφούμε στη Βίβλο της Πλάσης. Οι αρχές που ανακαλύπτουμε εκεί είναι αιώνιες και θεϊκής προέλευσης και τα θεμέλια όλων των επιστημών που υπάρχουν στον κόσμο πρέπει να είναι τα θεμέλια της θεολογίας.
Μπορούμε να γνωρίσουμε το Θεό μόνο μέσω των έργων του. Δεν μπορούμε να συλλάβουμε οποιοδήποτε χαρακτηριστικό του, αν δεν βασιστούμε σε κάποια αρχή που να οδηγεί σ’αυτό. Μπορούμε να έχουμε μόνο μια συγκεχυμένη ιδέα για τη δύναμή του, αν δεν έχουμε τα μέσα για να κατανοήσουμε έστω και ένα ψήγμα του απέραντου μεγέθους της. Μπορούμε να αντιληφθούμε τη σοφία του μόνο μέσω του τρόπου και της τάξης με την οποία δρα. Οι αρχές της επιστήμης μας οδηγούν σ’αυτή τη γνώση γιατί ο Δημιουργός του ανθρώπου είναι και ο Δημιουργός της επιστήμης και με αυτή ως μέσο ο άνθρωπος μπορεί να δει το Θεό κατά πρόσωπο.
Αν ένας άνθρωπος μπορούσε να προικιστεί με τη δύναμη να δει με μιας ολόκληρη τη δομή του Σύμπαντος και να την αναλογιστεί, να παρακολουθήσει τις κινήσεις των πλανητών, τα αίτια της διαφορετικής τους εμφάνισης, τον αλάνθαστο τρόπο με τον οποίο κινούνται, να δει μέχρι και τον μακρινότερο κομήτη, τη μεταξύ τους σύνδεση και αλληλεξάρτηση και να γνωρίσει το σύστημα νόμων που εγκατέστησε ο Δημιουργός και κυβερνά και ρυθμίζει τα πάντα, τότε θα καταλάβαινε, περισσότερο απ’ό,τι θα μπορούσε να του διδάξει η θεολογία οποιασδήποτε εκκλησίας, τη δύναμη, τη σοφία, το μέγεθος και την καλοσύνη του Δημιουργού. Θα έβλεπε, τότε, ότι όλη η γνώση που έχει ο άνθρωπος για την επιστήμη και την τεχνολογία, με την οποία διευκολύνει τη ζωή του εδώ [στη Γη] αντλούνται από αυτή την πηγή. Ο νους του, εκστατικός από τη σκηνή αυτή και πεπεισμένος γι’αυτά, θα γινόταν όλο και πιο ευγνώμων με την αύξηση της γνώσης. Η θρησκεία του θα εξομοιωνόταν με τη βελτίωσή του ως άτομο. Κάθε πράξη του που θα είχε σχέση με τις αρχές της Δημιουργίας -οτιδήποτε θα είχε σχέση με τη γεωργία, την επιστήμη, την τεχνολογία- θα του δίδασκε όλο και περισσότερα για το Θεό και την ευγνωμοσύνη που του οφείλει, απ’ότι θα μπορούσε να του διδάξει οποιοδήποτε χριστιανικό κήρυγμα που μπορεί να ακούσει. Το μεγαλείο εμπνέει μεγαλειώδεις σκέψεις, η απέραντη καλοσύνη εμπνέει μεγάλη ευγνωμοσύνη, αλλά οι χαμερπείς ιστορίες και τα δόγματα της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης το μόνο που μπορούν να εμπνεύσουν είναι απέχθεια.
Αν και ο άνθρωπος δεν μπορεί να βιώσει, τουλάχιστον για την ώρα, αυτή τη σκηνή που περιέγραψα, μπορεί να τη φανταστεί, αφού έχει γνώση των αρχών βάσει των οποίων δημιουργήθηκε η Πλάση. Ξέρουμε ότι και τα μεγαλύτερα έργα μπορούν να αναπαρασταθούν με ένα μοντέλο και ότι και αυτό ισχύει και για το Σύμπαν. Με την ίδια αρχή που μετράμε μια ίντσα ή ένα εκτάριο στο έδαφος μπορούμε να μετρήσουμε εκατομμύρια. Ένας κύκλος με διάμετρο μιας ίντσας έχει τις ίδιες γεωμετρικές ιδιότητες με έναν κύκλο που περικλείει όλο το Σύμπαν. Οι ίδιες αρχές με τις οποίες ένα τρίγωνο καθορίζει την πορεία ενός πλοίου στον ωκεανό, αν εφαρμοστούν στα ουράνια σώματα, μπορούν να προβλέψουν με ακρίβεια λεπτού μια έκλειψη, παρόλο που τα σώματα αυτά βρίσκονται εκατομμύρια μίλια μακριά μας. Αυτή η γνώση είναι θεϊκής προέλευσης και ο άνθρωπος την απέκτησε από τη Βίβλο της Δημιουργίας και όχι από την ηλίθια Βίβλο της εκκλησίας, που δεν μας διδάσκει τίποτε. [178]
Όλη η γνώση που έχει αποκτήσει ο άνθρωπος για την επιστήμη και την τεχνολογία,[179] με την οποία διευκολύνει τη ζωή του στη Γη, και χωρίς την οποία μετά βίας θα ξεχώριζε από ένα κοινό ζώο, προέρχεται από τη μεγάλη μηχανή και δομή του Σύμπαντος. Η αδιάκοπες και ακούραστες παρατηρήσεις των προγόνων μας σχετικά με τις κινήσεις και περιστροφές των ουρανίων σωμάτων, κατά τις απαρχές του κόσμου, έφεραν τη γνώση αυτή στη γη. Αυτό δεν το έκαναν ούτε ο Μωυσής, ούτε οι προφήτες, ούτε ο Ιησούς Χριστός, ούτε οι απόστολοί του. Ο Μεγαλοδύναμος είναι ο μεγάλος μηχανικός[180] της Πλάσης, ο πρώτος φιλόσοφος και ο πρωταρχικός διδάσκαλος όλων των επιστημών. Ας μάθουμε να τιμούμε τον Κύριό μας και να μην ξεχνάμε τον κόπο των προγόνων μας.
Αν σήμερα δεν είχαμε γνώσεις τεχνολογίας και ήταν δυνατόν ο άνθρωπος να δει, όπως περιέγραψα πριν, τη δομή της μηχανής του Σύμπαντος, σύντομα θα συνελάμβανε την ιδέα να κατασκευάσει κάποιες από τις μηχανές που έχουμε σήμερα, μια πρακτική που σύντομα θα προχωρούσε περαιτέρω. [Το ίδιο θα γινόταν] και αν έβλεπε ένα μοντέλο του Σύμπαντος, όπως ένα μηχανικό πλανητάριο.[181] Ένα τέτοιο αντικείμενο, εκτός ότι θα ήταν διασκεδαστικό, θα βελτίωνε τις γνώσεις του, θα τον καθιστούσε χρήσιμο στην κοινωνία και θα τον διαβεβαίωνε για την ύπαρξη του Θεού και [θα ενίσχυε] την πίστη του στο Θεό, πολύ περισσότερο από τα ηλίθια κείμενα της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, από τα οποία, μάλλον λόγω της ανικανότητας των ιερέων, μόνο ηλίθια κηρύγματα μπορούν να προκύψουν. Αν πρέπει κάποιος να κηρύξει κάτι, ας κηρύξει κάτι εποικοδομητικό και από κείμενα που ξέρουμε ότι είναι ορθά.
Η Βίβλος της Δημιουργίας είναι ανεξάντλητη σε κείμενα. Κάθε τμήμα της επιστήμης, είτε έχει σχέση με τη γεωμετρία του Σύμπαντος, είτε με το ζωικό και φυτικό βασίλειο, είτε με της ιδιότητες της άψυχης ύλης, αποτελεί βάση τόσο για αφοσίωση [και πίστη], όσο και για φιλοσοφία, τόσο για ευγνωμοσύνη, όσο και για ανθρώπινη πρόοδο. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι αν γινόταν μια τέτοια επανάσταση στη θρησκεία, κάθε ιεροκήρυκας σίγουρα θα γινόταν φιλόσοφος και κάθε ναός, σχολείο επιστήμης.
Επειδή έχουμε απομακρυνθεί από τους αιώνιους νόμους της επιστήμης και από το φως της λογικής και οικοδομήσαμε αυτό που λέγεται “εξ αποκαλύψεως θρησκεία”, γι’αυτό έχουν δημιουργηθεί τόσες άγριες και βλάσφημες ιδέες για το Μεγαλοδύναμο. Οι Εβραίοι τον έκαναν δολοφόνο του ανθρωπίνου είδους για να ανοίξουν το δρόμο για τη θρησκεία τους. Οι Χριστιανοί τον έκαναν δολοφόνο του ίδιου του του εαυτού και ιδρυτή μιας νέας θρησκείας για να παραγκωνίσουν αυτή των Εβραίων. Και για να βρουν δικαιολογία και πρόσχημα για αυτά, πρέπει να υπέθεσαν ότι η δύναμη και η σοφία του δεν είναι τέλεια ή ότι η θέλησή του μπορεί να αλλάξει· και αυτή η μεταβλητότητα της θεϊκής θέλησης μεταφράζεται ως ατέλεια της κρίσης του. Ο φιλόσοφος[182] ξέρει ότι οι νόμοι του Δημιουργού δεν έχουν αλλάξει ποτέ, είτε όσον αφορά τους νόμους της επιστήμης ή της ιδιότητες της ύλης. Γιατί, λοιπόν, να υποθέσουμε ότι έχουν αλλάξει σχετικά με τον άνθρωπο;
Εδώ θα κλείσω το θέμα. Σε όλα τα προηγούμενα μέρη έδειξα ότι η Παλαιά και Καινή Διαθήκη είναι πλαστογραφίες που μας έχουν επιβληθεί. Καταθέτω τις αποδείξεις για το ζήτημα αυτό για να αμφισβητηθούν, για όποιον μπορεί να το κάνει, και αφήνω τις ιδέες που κατέγραψα στο κεφάλαιο αυτό για να τις επεξεργαστεί ο αναγνώστης στο μυαλό του. Είμαι βέβαιος ότι όταν κάποιος είναι ελεύθερος να εκφράσει τις απόψεις του, είτε σε θέματα διακυβέρνησης, είτε θρησκείας, η αλήθεια εν τέλει θα υπερισχύσει.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
165 ▲ | O Foner σημειώνει: “Ένας καλός παραλληλισμός με τον τότε άγνωστο Καντ: “Δύο πράγματα γεμίζουν την ψυχή με θαυμασμό και ευλάβεια, που όλο και αυξάνουν όσο πιο πολύ τα συλλογίζομαι: ο έναστρος ουρανός και ο ηθικός κώδικας μέσα μου” (Kritik derpraktischen Vernunfe, 1788). Οι θρησκευτικές εκφράσεις του Καντ στην αρχή της Γαλλικής Επανάστασης, του επέφερε ένα βασιλικό διάταγμα σιγής, επειδή από τον “εσωτερικό ηθικό νόμο” παρήγαγε αρχές ανθρώπινης ισότητας, ακριβώς όμοιο με αυτό που παρήγαγε ο Paine από το δόγμα του “εσωτερικού φωτός” κάθε ανθρώπου των Κουακέρων. Αυτό συνέβη την ίδια περίοδο που τα γραπτά του Paine απαγορεύτηκαν στην Αγγλία. Ο Paine δεν ήξερε Γερμανικά, αλλά ο Καντ, πάντα ανεξάρτητος στη δημιουργία των ιδεών του, προφανώς γνώριζε καλά την επαναστατική γραμματεία στην Αμερική, Αγγλία και Γαλλία.” |
166 ▲ |
Για το ζήτημα αυτό ο Jean-Jacques Rousseau αναφέρει: “Υπό αυτές τις συνθήκες [ΣτΜ: μόλις είχε αναφέρει ένα ιστορικό πλαίσιο] ήρθε ο Χριστός για να ιδρύσει στη γη ένα πνευματικό βασίλειο, το οποίο, χωρίζοντας τη θρησκευτική από την πολιτική εξουσία, διέλυσε την ενότητα του κράτους και προκάλεσε τις διαμάχες που ταλανίζουν μέχρι σήμερα τα χριστιανικά έθνη. Η ιδέα ενός βασιλείου σε άλλο κόσμο δεν είχε ποτέ περάσει από το μυαλό των ειδωλολατρών που πάντα έβλεπαν τους Χριστιανούς ως επαναστάτες που παρίσταναν υποκριτικά τους καταδεκτικούς περιμένοντας την ευκαιρία να γίνουν ανεξάρτητοι, κυρίαρχοι και να υφαρπάξουν την εξουσία που, στην αδυναμία τους, παρίσταναν ότι σέβονταν. Αυτή ήταν η αιτία των διωγμών. Αυτό που φοβόντουσαν οι ειδωλολάτρες τελικά συνέβη. Όλα άλλαξαν. Οι ταπεινοί Χριστιανοί άλλαξαν συμπεριφορά και το υποτιθέμενο βασίλειό τους στον άλλο κόσμο μεταμορφώθηκε, με επίγειο άρχοντα, στον πιο βίαιο δεσποτισμό του κόσμου.” (IV,8, σελ.131) |
167 ▲ |
Στο βιβλίο του Simpson διαβάζουμε το εξής συγκλονιστικό σε μια υποσημείωση (σελ.96): “Ο Σερ Ισαάκ Νεύτωνας φέρεται να έχει πει ότι η απιστία θα νικήσει στην Ευρώπη πριν κλείσουν 2000 χρόνια του βασιλείου του Χριστού. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να αναστραφεί η διαφθορά στις χριστιανικές εκκλησίες. Πρέπει να σταματηθεί με βία και αίμα. Φοβάμαι ότι θα είναι αδύνατο να σταματηθεί με οποιοδήποτε άλλο τρόπο. Ιδέ Whiston, Essay on the Revelation of St.John, σελ.321, εκδ.1744. Ο Δρ. Hartley έχει τις ίδιες απόψεις με τον Σερ Νεύτωνα για το ζήτημα της διάδοσης της απιστίας, στο Observations on Man, μέρος 2, τμήμα 81” Μένω άφωνος διαβάζοντας ότι ο Νεύτωνας φέρεται να πίστευε στην αναγκαιότητα νέων θρησκευτικών διωγμών κατά αντιφρονούντων. Δεν ξέρω αν μπορεί να επιβεβαιωθεί πάντως αν η αναφορά αυτή είναι όντως του Νεύτωνα ή αν ο συγγραφέας προβάλει τις δικές του απόψεις πάνω του. |
168 ▲ |
Διαβάζοντας την ιστορία της Ορθόδοξης Εκκλησίας του Beck, μου έκανε εντύπωση για πόσο διατηρήθηκαν οι διωγμοί κατά των Εθνικών στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Πάντα είχα την εντύπωση ότι οι διωγμοί τελείωσαν μετά το Θεοδόσιο τον Α’, αλλά οι νόμοι κατά των Εθνικών ενεργοποιήθηκαν ξανά επί Ιουστινιανού Α’ ως απάντηση για τις κατηγορίες των εναπομείναντων Εθνικών. Συγκεκριμένα, ο Beck αναφέρει: “Αντιπροσωπευτικός για την καμπή προς τον 6ο αιώνα και για τις αντιλήψεις με τις οποίες οι παγανιστές ήθελαν να στηρίξουν την ορθότητα της πίστεώς τους είναι ο ιστορικός Ζώσιμος. Η παρακμή της [Ρωμαϊκής] αυτοκρατορίας οφείλεται κατ’αυτόν στον διεφθαρμένο αυτοκράτορα Κωνσταντίνο το Μέγα, ο οποίος είδε το Χριστιανισμό σαν μια βολική θρησκεία που ευνοούσε περισσότερο τα αμαρτωλά ελαττώματά του. Και οι διάδοχοί του ακολούθησαν τα ίχνη του. Οι θεοί δεν λατρεύονται πια και αυτό έχει αρνητικές συνέπειες στο κοινό καλό. Είναι αυτονόητο ότι ο Ιουστινιανός ενεργοποίησε πάλι τη νομοθεσία των προκατόχων του κατά των “εθνικών”. Όσοι δεν δέχονται να κατηχηθούν ή να βαπτισθούν τιμωρούνται με δήμευση της περιουσίας τους. Η επιστροφή στον παγανισμό επισύρει την ποινή του θανάτου. Στην Κωνσταντινούπολη παραδόθηκαν στην αυτοκρατορική δικαιοσύνη φιλόσοφοι, υψηλοί αξιωματούχοι, σοφιστές και γιατροί· τιμωρήθηκαν και σε μερικές περιπτώσεις εκτελέστηκαν. Όταν όμως ο αυτοκράτορας θεωρούσε τους ανθρώπους αυτούς σημαντικούς για τους δικούς του στόχους […] τότε δεν έπαιρνε πολύ σοβαρά τους νόμους του, με την προϋπόθεση ότι η κατηγορία του παγανισμού δεν ήταν κάτι περισσότερο από μια απόπειρα συκοφαντίας.” (Τόμος Α’, σελ. 144-145) |
169 ▲ | “If thine enemy be hungry, give him bread to eat; and if he be thirsty, give him water to drink” (Παρ 25,21) |
170 ▲ | ΣΗΜΕΙΩΣΗ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ: Σύμφωνα με την Επί του Όρους ομιλία του Χριστού, στο βιβλίο του Ματθαίου, όπου, ανάμεσα στα άλλα [και] καλά πράγματα υπάρχει και πολλή προσποιητή ηθική, εκεί εκφράζεται σαφώς ότι το δόγμα της ανοχής (της μη αντεκδίκησης) δεν ήταν μέρος της ηθικής των Εβραίων. Αλλά αφού το δόγμα αυτό υπάρχει στις Παροιμίες, σύμφωνα με αυτή τη δήλωση, πρέπει να είχε αντιγραφεί από τους Εθνικούς, από τους οποίους το έμαθε ο Χριστός. Οι άνδρες αυτοί, τους οποίους οι ειδωλολάτρες Εβραίοι και Χριστιανοί εσφαλμένα χαρακτήρισαν ειδωλολάτρες, είχαν πολύ καλύτερες και ξεκάθαρες ιδέες δικαιοσύνης και ηθικής από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Η απάντηση του Σόλωνα στην ερώτηση “Ποιο είναι το πιο τέλειο σύστημα διακυβέρνησης;” δεν έχει ξεπεραστεί από κανένα άνθρωπο από τότε, αφού περιείχε το μέγιστο της πολιτικής ηθικής. Είπε: “Το να θεωρείται προσβολή για το σύνολο να υποστεί την παραμικρή ζημιά ο χειρότερος άνθρωπος.” Ο Σόλων έζησε 500 χρόνια πριν το Χριστό. |
171 ▲ | “…but whosoever shall smite thee on thy right cheek, turn to him the other also.” (Μτ 5,39) |
172 ▲ | Στο πρωτότυπο: “spaniel” |
173 ▲ | Στο πρωτότυπο: “voluntarily”. Ο συγγραφέας πιθανότατα τοποθετεί τη λέξη αυτή για να διακρίνει αυτού του είδους την αγάπη από αυθόρμητη αγάπη, π.χ. μιας μητέρας και ενός παιδιού ή ενός ερωτευμένου ζευγαριού. |
174 ▲ |
Ο Watson επιτίθεται στα πιστεύω του συγγραφέα, λέγοντας: “Λέτε ότι ο Ντεϊσμός είναι η πίστη σε ένα Θεό και η μίμηση του ηθικού του χαρακτήρα, δηλαδή η άσκηση της αρετής· και σ’αυτή [την πίστη] επαφίετε όλες τις ελπίδες σας. Δεν υπάρχει τίποτε στο Ντεϊσμό που δεν υπάρχει στο Χριστιανισμό, αλλά υπάρχουν πολλά στο Χριστιανισμό που δεν υπάρχουν στον Ντεϊσμό. Ο Χριστιανός δεν έχει αμφιβολίες για το μέλλον. Όλοι οι Ντεϊστές, από τον Πλάτωνα μέχρι τον Thomas Paine ταλαιπωρούνται από ανησυχία, μην τυχόν και η δικαιοσύνη του Θεού απαιτεί τιμωρία για το παράπτωμά τους. Ο Χριστιανός δεν έχει αμφιβολία για την αξία και αποτελεσματικότητα της προσευχής. Ο Ντεϊστής δεν συμφωνεί, βασιζόμενος σε αόριστες απόψεις, όπως το ότι ο Θεός δεν επιθυμεί τις παρακλήσεις μας, ότι δεν χρειάζεται να Τον ενημερώσουμε εμείς για κάτι, αφού είναι παντογνώστης ή το ότι επειδή είναι αιώνιος και αμετάβλητος δεν υπάρχει περίπτωση να του αλλάξουμε εμείς γνώμη με τις ικεσίες μας (ΣτΜ: Όλα αυτά, βέβαια, είναι λογικά συμπεράσματα βάσει των ιδιοτήτων του Θεού, όπως προκύπτουν από την ίδια τη χριστιανική θεολογία). Ο Χριστιανός δέχεται τη Θεία Πρόνοια και την ανθρώπινη ελευθερία. Ο Ντεϊστής δυσκολεύεται μ’αυτά λόγω έλλειψης αποδείξεων. Ο Χριστιανός έχει διαβεβαιωθεί ότι το Άγιο Πνεύμα θα τον βοηθήσει σε περίπτωση ασθένειας. Ο Ντεϊστής δεν αρνείται τη δυνατότητα ο Θεός να έχει πρόσβαση στον ανθρώπινο νου, αλλά δεν έχει στοιχεία για να πιστέψει ότι η επαφή αυτή μπορεί να φωτίσει κάποιον, να επηρεάσει τη θέλησή του (ΣτΜ: η ελεύθερη βούληση μόλις πήγε περίπατο) ή να εξαγνίσει την καρδιά του.” (σελ. 134-135) Ουσιαστικά ο Watson επιστρέφει στο οχυρό του “ο Χριστιανισμός με κάνει και νιώθω καλύτερα από τον Ντεϊσμό, άρα ο Χριστιανισμός είναι η αλήθεια.” (πρβλ. και εδώ) |
175 ▲ | Όχι και το καλύτερο επιχείρημα που θα μπορούσε να προβάλει ο συγγραφέας. Για την ακρίβεια τα επιχειρήματα από προσωπική άγνοια είναι ό,τι πιο αδύναμο μπορεί να προβάλει κανείς. |
176 ▲ | Στο πρωτότυπο: “renders the heart torpid” |
177 ▲ | ΣΗΜΕΙΩΣΗ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ: Στο βιβλίο του Ματθαίου (3,16) λέει ότι το Άγιο Πνεύμα κατήλθε υπό μορφή περιστεράς. Γιατί όχι και χήνας; Και τα δύο ζώα είναι εξίσου ακίνδυνα και το ένα είναι εξίσου παράλογο με το άλλο. Στις Πράξεις 2,2-3 λέει ότι κατήλθε σαν δυνατός άνεμος με τη μορφή πύρινων διχαλωτών γλωσσών· ίσως ήταν διχαλωτά πόδια. Τέτοιοι παραλογισμοί ταιριάζουν μόνο σε παραμύθια με μάγισσες και μάγους. |
178 ▲ | ΣΗΜΕΙΩΣΗ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ: Οι κατασκευαστές της Βίβλου φρόντισαν στο πρώτο κεφάλαιο της Γένεσης να μας δώσουν μια διήγηση της Δημιουργίας και μ’αυτό δεν απέδειξαν παρά την άγνοιά τους. Βάζουν να περάσουν τρεις ημέρες και τρεις νύχτες, απογεύματα και πρωινά, προτού ακόμα δημιουργηθεί ο ήλιος, όταν η παρουσία ή η απουσία του ήλιου είναι η αιτία για τη μέρα και τη νύχτα και η ανατολή και δύση του είναι το πρωί και το απόγευμα. Επιπλέον είναι παιδαριώδης και αξιολύπητη η ιδέα να λέει ο Μεγαλοδύναμος “Γεννηθήτω Φως”. Είναι το είδος της προστακτικής που χρησιμοποιεί ένας ταχυδακτυλουργός όταν λέει στις μπίλιες και τα κύπελλά του “Πρέστο, εξαφανίσου!” και μάλλον από εκεί έχει παρθεί, από το Μωυσή σαν μάγο με το [μαγικό] ραβδί του. Ο Λογγίνος ονομάζει αυτή την έκφραση εξαίσια· με την ίδια λογική ένας ταχυδακτυλουργός είναι επίσης εξαίσιος, οπότε και οι δύο γειτνιάζουν με τη γελοιότητα. Το “εξαίσιο” των κριτικών είναι σαν το “εξαίσιο και όμορφο” του Edmund Burke, σαν ένας ανεμόμυλος που ίσα-ίσα φαίνεται στην ομίχλη και η φαντασία μπορεί να τον μετατρέψει σε ιπτάμενο βουνό, έναν αρχάγγελο ή ένα κοπάδι χήνες. |
179 ▲ | Στο πρωτότυπο: “machinery” |
180 ▲ | Στο πρωτότυπο: “the great mechanic”. Ο συγγραφέας φαίνεται πολύ προσεκτικός να μην χρησιμοποιήσει τον όρο “μεγάλος αρχιτέκτονας,” αφού είχε κατηγορηθεί από τους αντιπάλους του, συν τοις άλλοις, για στενές σχέσεις με τη Μασωνία, παρόλο που δεν υπήρξε ποτέ μέλος της. |
181 ▲ | Βλ. και εδώ |
182 ▲ | Εδώ πρέπει να υπονοείται “ο φυσικός φιλόσοφος”, δηλαδή “ο επιστήμονας”. |
Τα σχόλιά σας είναι ευπρόσδεκτα / Your comments are welcome