Βιβλικά Απόκρυφα και Ψευδεπίγραφα |
Το κείμενο στο οποίο βασίζεται η παρούσα μετάφραση θεωρείται αρκετά καλή αποκατάσταση του αρχικού κειμένου για έναν απλό αναγνώστη, αλλά ξεπερασμένη αν απαιτείται η μέγιστη δυνατή ακρίβεια. Στοιχεία για νεότερες αποκαταστάσεις υπάρχουν εδώ. Σχόλια για το περιεχόμενο μπορείτε να αφήνετε σ’αυτή την ανάρτηση, όπου σχολιάζω κι εγώ το περιεχόμενο. Εδώ περιοριστείτε σε σχόλια για τη γλώσσα, εκφραστικά κ.λπ. |
Να σημειωθεί πάντως πως το αρχαίο κείμενο χρησιμοποιεί τον ιστορικό ενεστώτα στη διήγηση. Στη μετάφραση χρησιμοποίησα τον πιο φυσιολογικό για τα νεοελληνικά δεδομένα αόριστο. Το πρωτότυπο στα Αρχαία Ελληνικά βρίσκεται εδώ. This text is a translation of “Apocalypsis Mosis” in Modern Greek. An english translation of the text can be found here. The greek original of the text can be found here. |
Το ελληνικό κείμενο προέρχεται από το βιβλίο: |
The greek text comes from the book: |
|
C. Von Tischendorf “Apocalypses apocryphae Moses, Esdrae, Pauli, Iohannis, item Mariae dormitio, additis evangeliorum et actuum apocryphorum suppplementis” Leipzig 1866 |
||
Το βιβλίο είναι στο public domain και είναι διαθέσιμο για ανάγνωση στον ιστοτόπο: | The book is in the public domain and available for reading at this website: | |
“The Online Critical Pseudepigrapha” | ||
Ο χωρισμός του κειμένου σε κεφάλαια και στίχους, καθώς και ο πυρήνας της αγγλικής μετάφρασης προέρχεται από το βιβλίο: | Text-parsing in chapters and verses, along with the core of the english translation, comes from the book: | |
Robert Henry Charles “The apocrypha and pseudepigrapha of the Old Testament in English” Oxford 1913, Vol.II, σελ. 138-154 |
||
Το βιβλίο είναι στο public domain και είναι διαθέσιμο για ανάγνωση και κατέβασμα στον ιστοτόπο: | The book is in the public domain and available for reading and downloading at this website: | |
“Internet Archive” |
Το κείμενο διατίθεται βάσει της άδειας Creative Commons Αναφορά προέλευσης-Μη Εμπορική Χρήση-Παρόμοια διανομή 3.0 Ελλάδα | The text is available under the Creative Commons Attribution-NonCommercial-ShareAlike 3.0 Greece license |
Ἀποκάλυψις Μωϋσέως
Ιστορία και ζωή Αδάμ και Εύας |
Η ιστορία και η ζωή του Αδάμ και της Εύας των πρωτοπλάστων, που αποκαλύφθηκε από το Θεό στον υπηρέτη του, το Μωυσή, όταν δέχτηκε από το χέρι του Θεού τις πλάκες του νόμου της διαθήκης και του την είπε ο αρχάγγελος Μιχαήλ. | |
[1] | |
1 | Αυτή είναι η ιστορία του Αδάμ και της Εύας. |
2 | Αφού βγήκαν από τον Παράδεισο, ο Αδάμ πήρε τη γυναίκα του και ανέβηκαν στην ανατολή. Και έμειναν εκεί 18 χρόνια και 2 μήνες, |
3 | και η Εύα έμεινε έγκυος και γέννησε δύο γιους, τον Διάφωτο [1] που αποκαλούνταν Κάιν και τον Αμιλαβές [2] που αποκαλούνταν Άβελ. |
[2] | |
1 | Και έπειτα αυτά συνέβησαν μεταξύ του Αδάμ και της Εύας. Ενώ κοιμόντουσαν είπε η Εύα στον κύριό της, τον Αδάμ: |
2 | ”Κύριέ μου, είδα εγώ στο όνειρό μου αυτό το βράδυ το αίμα του γιου μου, του Αμιλαβές του αποκαλούμενου Άβελ, να χύνεται στο στόμα του Κάιν, του αδελφού του, και εκείνος το έπινε ανελέητα. Και τον παρακαλούσε να του αφήσει λίγο από αυτό (το αίμα) |
3 | αλλά εκείνος δεν τον άκουγε και το κατάπιε όλο. Και δεν έμεινε στην κοιλιά του, αλλά βγήκε από το στόμα του”. |
4 | Και είπε ο Αδάμ στην Εύα: “Ας σηκωθούμε και ας πάμε να δούμε τι κάνουνε, μην τυχόν και τους έχει επιτεθεί ο εχθρός”. |
[3] | |
1 | Και πήγανε και οι δύο και βρήκανε τον Άβελ δολοφονημένο από το χέρι του αδελφού του, του Κάιν. |
2 | Και είπε ο Θεός στον αρχάγγελο Μιχαήλ: “Πες στον Αδάμ: ‘Το μυστικό που είδες να μην το πεις στον Κάιν, το γιο σου, γιατί είναι γιος οργής. Αλλά μη λυπάσαι. Θα σου δώσω αντ’αυτού άλλο γιο, ο οποίος και θα σου πει τι να κάνεις. Εσύ σε αυτόν να μην πεις τίποτα’.” |
3 | Αυτά είπε ο Θεός στον άγγελό του και ο Αδάμ φύλαξε τα λόγια στην καρδιά του και μαζί του και η Εύα, αλλά ήταν λυπημένοι για τον Άβελ, το γιο τους. |
[4] | |
1 | Έπειτα ο Αδάμ γνώρισε τη γυναίκα του και έμεινε έγκυος και γέννησε τον Σηθ. |
2 | Και είπε ο Αδάμ στην Εύα: “Ιδού, γεννήσαμε γιο αντί του Άβελ, τον οποίο σκότωσε ο Κάιν. Ας δοξάσουμε το Θεό και ας προσφέρουμε θυσία”. |
[5] | |
1 | Και έκανε ο Αδάμ 30 γιους και 30 κόρες. |
2 | Και αρρώστησε και έβγαλε μεγάλη φωνή και είπε: “Ας έλθουν σε μένα όλοι οι γιοι μου για να τους δω πριν πεθάνω”. |
3 | Και συγκεντρώθηκαν όλοι· και η γη ήταν κατοικημένη σε τρία σημεία. |
4 | Και ήρθαλ όλοι στην πορτα του κτίσματος όπου προσευχόταν ο Αδάμ στο Θεό. Και είπε ο Σηθ, ο γιος του: “Πατέρα Αδάμ, τι αρρώστια έχεις;” |
5 | Και είπε: “Παιδιά μου, με έχει πιάσει πολύς πόνος” και είπανε εκείνοι: “Τι είναι ο πόνος και η αρρώστια;” |
[6] | |
1 | Και ο Σηθ απάντησε και είπε σ’αυτόν: “Μήπως, πατέρα, θυμήθηκες αυτά που έτρωγες στον Παράδεισο και στεναχωρήθηκες επειδή τα επιθύμησες; |
2 | Αν είναι αυτό, τότε πες μου κι εγώ θα πάω και θα σου φέρω καρπό από τον Παράδεισο. Θα βάλω κοπριά στο κεφάλι μου και θα κλάψω και θα προσευχηθώ και ο Κύριος θα με ακούσει και θα στείλει τον άγγελό του και θα σου φέρω (καρπό) για να καταλαγιάσει ο πόνος σου. |
3 | Είπε σε αυτόν ο Αδάμ: “Όχι, γιε μου Σηθ, αλλά έχω αρρώστια και πόνο”. Του είπε ο Σηθ: “Και πως το έπαθες;” |
[7] | |
1 | Και του είπε ο Αδάμ: “Όταν ο Θεός μας έφτιαξε, εμένα και τη μητέρα σας, εξ αιτίας της οποίας πεθαίνω, μας έδωσε όλα τα φυτά στον Παράδεισο και για ένα μας διέταξε να μην φάμε από αυτό· και εξ αιτίας του πεθαίνουμε. |
2 | Και έφτασε η ώρα οι άγγελοι που φύλαγαν τη μητέρα σας να ανέβουν και να προσκυνήσουν τον Κύριο. Και έδωσε σε αυτή ο εχθρός και έφαγε από το δέντρο, γνωρίζοντας πως δεν ήμουνα κοντά της, ούτε οι άγιοι άγγελοι. |
3 | Έπειτα έδωσε και σε μένα και έφαγα. |
[8] | |
1 | Και όταν φάγαμε και οι δύο, ο Θεός οργίσθηκε με εμάς. Και ο Δεσπότης ήρθε στον Παράδεισο και έβαλε το θρόνο του και μας κάλεσε με τρομερή φωνή λέγοντας: “Αδάμ, πού είσαι; Γιατί κρύβεσαι από το πρόσωπό μου; Μήπως ένα σπίτι μπορεί να κρυφτεί από το χτίστη του;” |
2 | Και είπε: “Επειδή εγκατέλειψες τη διαθήκη μου, έριξα στο σώμα σου 70 πληγές· η πρώτη οδυνηρή πληγή, ο βιασμός των ματιών· η δεύτερη πληγή της ακοής και ούτω καθεξής θα σε ακολουθήσουν όλες οι πληγές”. |
[9] | |
1 | Και λέγοντας αυτά ο Αδάμ στους γιους του, αναστέναξε δυνατά και είπε: “Τι να κάνω; Είμαι πολύ λυπημένος”. |
2 | Έκλαψε και η Εύα και είπε: “Κύριέ μου, Αδάμ, σήκω και δώσε μου τη μισή αρρώστια σου και θα την αντέξω, γιατί εξ αιτίας μου σου συνέβη αυτό έχεις πόνους και δυσκολίες. |
3 | Και είπε ο Αδάμ στην Εύα: “Σήκω και πήγαινε με το γιο μας, το Σηθ, κοντά στον Παράδεισο και βάλτε χώμα στο κεφάλι σας και κλάψτε, προσευχόμενοι στο Θεό, ώστε να με σπλαχνισθεί και να στείλει τον άγγελό του στον Παράδεισο και να μου δώσει από το δέντρο από το οποίο ρέει το έλαιο και να μου το φέρεις και να αλειφθώ και να αναπαυθώ. Εγώ δε, θα σου πω τον τρόπο με τον οποίο εξαπατηθήκαμε παλιότερα”. |
[10] | |
1 | Και πήγε η Εύα με τον Σηθ στα μέρη του Παραδείσου. Και καθώς πήγαιναν είδε η Εύα το γιο της να παλεύει με ένα θηρίο. |
2 | Και έκλαψε η Εύα λέγοντας: “Ωιμέ, ωιμέ! Όταν έρθει η ημέρα της ανάστασης, όλοι όσοι έχουν αμαρτήσει θα με καταριούνται, λέγοντας πως η Εύα δε φύλαξε την εντολή του Θεού”. |
3 | Και η Εύα φώναξε προς το θηρίο, λέγοντας: “Ω εσύ θηρίο πονηρό, δε φοβάσαι να πολεμάς την εικόνα του Θεού; Πώς ανοίγει το στόμα σου; Πώς υπερίσχυσαν τα δόντια σου; Πώς ξέχασες την υποταγή σου, ότι παλιότερα είχες υποταχθεί στην εικόνα του Θεού;” |
3 | Τότε το θηρίο φώναξε, λέγοντας: |
[11] | |
1 | ”Ω Εύα, μακριά από εμάς η πλεονεξία και το κλάμα σου, γιατί εσύ φταις και η απαρχή των θηρίων έγινε από εσένα. |
2 | Πώς άνοιξε το στόμα σου να φάει από το δέντρο που ο Θεός απαγόρευσε να φας από αυτό; Για αυτό και μεταλλάχθηκε η φύση μας. |
3 | Αν αρχίσω να σε κατακρίνω, δε θα μπορέσεις να το αντέξεις”. |
[12] | |
1 | Και είπε ο Σηθ προς το θηρίο: “Κλείσε το στόμα σου και σιώπα και μείνε μακριά από την εικόνα του Θεού μέχρι την ημέρα της κρίσεως”. |
2 | Είπε τότε το θηρίο στο Σηθ: “Ιδού, μένω μακριά, Σηθ, από την εικόνα του Θεού”. Τότε έφυγε το θηρίο και τον άφησε πληγωμένο και πήγε στη σκηνή του. |
[13] | |
1 | Και πήγε ο Σηθ με τη μητέρα του κοντά στον Παράδεισο. Και εκεί έκλαψαν προσευχόμενοι στο Θεό να στείλει τον άγγελό του και να τους δώσει το έλαιο του ελέους. |
2 | Και έστειλε σ’αυτούς ο Θεός τον Μιχαήλ τον αρχάγγελο και τους είπε αυτά τα λόγια: “Σηθ, άνθρωπε του Θεού, πάψε να ζητάς σχετικά με το δέντρο από το οποίο ρέει το έλαιο για να αλείψεις τον πατέρα σου, τον Αδάμ. Δε θα σου πραγματοποιηθεί (η επιθυμία σου) τώρα, |
3 | αλλά κατά τους έσχατους καιρούς. Τότε θα αναστηθεί κάθε σάρκα που προέρχεται από τον Αδάμ μέχρι εκείνη τη μεγάλη μέρα, όσοι είναι λαός άγιος. |
4 | Τότε θα δοθεί σ’αυτούς κάθε χαρά του Παραδείσου και ο Θεός θα βρίσκεται ανάμεσά τους. |
5 | Και δε θα υπάρξουν ξανά αμαρτωλοί ενώπιόν του, γιατί θα απομακρυνθεί από αυτούς η καρδιά η πονηρή και θα δοθεί σ’αυτούς μια καρδιά που συνετίζεται με το αγαθό και λατρεύει μόνο το Θεό. |
6 | Επειδή συμπληρώθηκε το μέτρο της ζωής του, σε τρεις ημέρες θα βγει η ψυχή του και τότε θα δεις την τρομερή της άνοδο”. |
[14] | |
1 | Αφού τα είπε αυτά ο άγγελος, έφυγε από αυτούς. Και ο Σηθ και η Εύα επέστρεψαν στη σκηνή όπου βρισκόταν ξαπλωμένος ο Αδάμ. |
2 | Και είπε ο Αδάμ στην Εύα: “Αχ, τι μας έκανες! Έριξες επάνω μας οργή μεγάλη, η οποία είναι ο θάνατος [που κατακυριεύει όλο μας το γένος]”. |
3 | Και είπε σ’αυτή: “Κάλεσε όλα τα παιδιά μας και τα παιδιά των παιδιών μας και πες του τον τρόπο της παρακοής μας”. |
[15] | |
1 | Τότε είπε η Εύα προς αυτούς: “Ακούστε με, παιδιά μου και παιδιά των παιδιών μου, και εγώ θα σας πω πώς μας εξαπάτησε ο εχθρός μας. |
2 | Και συνέβη όταν φυλάγαμε εμείς τον Παράδεισο, πως ο καθένας μας φύλαγε το κομμάτι που έτυχε να του δώσει ο Θεός. |
3 | Εγώ φύλαγα τον κλήρο μου στο νότο και τη δύση. Και πήγε ο Διάβολος στον κλήρο του Αδάμ, όπου βρίσκονταν τα αρσενικά ζώα [επειδή τα ζώα μας τα μοίρασε ο Θεός και τα μεν αρσενικά τα έδωσε στον πατέρα σας και τα θηλυκά τα έδωσε σε εμένα και ο καθένας μας φρόντιζε τα δικά του]. |
[16] | |
1 | Και είπε ο Διάβολος στον Όφι, λέγοντας: “Σήκω κι έλα κοντά μου κι εγώ θα σου πω λόγια που θα σε οφελήσουν”. |
2 | Τότε τον πλησίασε ο Όφις και ο Διάβολος του είπε: |
3 | ”Ακούω ότι είσαι ο εξυπνότερος από όλα τα ζώα.[3] Κι εγώ ήρθα για να σε νουθετήσω. Σε βρήκα σπουδαιότερο από όλα τα ζώα και σου μιλώ. Εσύ όμως προσκυνάς τον πιο ασήμαντο. Γιατί τρως από τα αποφάγια του Αδάμ και της γυναίκας του και όχι από τον καρπό του Παραδείσου; Σήκω και πάμε να τον κάνουμε να εκδιωχθεί από τον Παράδεισο εξ αιτίας της γυναίκας του, όπως και εμείς εκδιωχθήκαμε εξ αιτίας του.”. |
4 | Και του είπε ο Όφις: “Φοβάμαι μήπως οργιστεί μαζί μου ο Κύριος”. |
5 | Και του είπε ο Διάβολος: “Μη φοβάσαι. Γίνε μόνο σκεύος μου και εγώ θα μιλήσω με το στόμα σου λόγια, ώστε να μπορέσεις να τον εξαπατήσεις”. |
[17] | |
1 | Και αμέσως κρεμάστηκε από τα τείχη του Παραδείσου την ώρα που ανέβηκαν οι άγγελοι για να προσκυνήσουν το Θεό. |
2 | Τότε ο Σατανάς πήρε τη μορφή αγγέλου και υμνούσε το Θεό όπως και οι άγγελοι. Και έσκυψα πάνω από το τείχος και τον είδα όμοιο με άγγελο και μου είπε: “Εσύ είσαι η Εύα;” και εγώ του είπα: “Εγώ είμαι”. |
3 | Και μου είπε: “Τι κάνεις στον Παράδεισο;” Και του είπα: “Ο Θεός μας έβαλε να τον φυλάμε και να τρώμε από αυτόν”. |
4 | Και μου απάντησε ο Διάβολος με το στόμα του Όφι: “Καλά κάνετε, αλλά δεν τρώτε από όλα τα φυτά”. |
5 | Και του λέω: “Ναι, από κάθε φυτό τρώμε, εκτός από ένα μόνο, το οποίο βρίσκεται στο μέσο του Παραδείσου, για το οποίο ο Θεός μας διέταξε να μην τρώμε από αυτό, γιατί θα πεθάνουμε με θάνατο”. |
[18] | |
1 | Τότε μου είπε ο Όφις: “Ζει ο Κύριος! [4] Σας λυπάμαι γιατί είστε σαν ζώα. Θέλω να το ξέρεις αυτό, οπότε σήκω και άκουσέ με και φάε και κατάλαβε την αξία του δέντρου”. |
2 | Και εγώ του είπα: “Φοβάμαι μήπως οργιστεί ο Θεός μαζί μου, όπως μας είπε”. |
3 | Και μου είπε: “Μη φοβάσαι! Διότι άμα φας, θα ανοίξουν τα μάτια σου και θα είστε σαν θεοί γνωρίζοντας τι είναι καλό και τι κακό. |
4 | Επειδή το ξέρει αυτό ο Θεός, ότι θα είστε όμοιοί του, σας φθόνησε και είπε: ‘Δε θα φάτε από αυτό’. |
5 | Κοίταξε προσεκτικά το φυτό και θα δεις τη μεγάλη δόξα που έχει γύρω του”. Και εγώ κοίταξε προσεκτικά το φυτό και είδα μεγάλη δόξα γύρω του. |
6 | Και του είπα ότι είναι ωραίο να το βλέπω και φοβήθηκα να πάρω από τον καρπό. Και μου είπε: “Έλα και θα σου δώσω. Ακολούθησέ με”. |
[19] | |
1 | Και του άνοιξα και μπήκε στον Παράδεισο και πέρασε από μπροστά μου. Και αφού περπάτησε λίγο, γύρισε και μου είπε: |
2 | ”Άλλαξα γνώμη και δε θα σου δώσω να φας”. Αυτά τα είπε για να με δελεάσει και να χαθώ. Και μου είπε: “Ορκίσου μου ότι θα δώσεις και στον άντρα σου”. Εγώ του είπε ότι δε γνωρίζω πώς να ορκίζομαι, αλλά θα σου πω ό,τι γνωρίζω: |
3 | ”Μα το θρόνο του Δεσπότη και μα τα χερουβείμ και μα το δέντρο της ζωής, θα δώσω και στον άντρα μου να φάει”. Όταν μου απέσπασε τον όρκο, τότε ήρθε και ανέβηκα επάνω του. Και έβαλε πάνω στον καρπό που μου έδωσε να φάω το δηλητήριο της κακίας του, δηλαδή της επιθυμίας του. Διότι η επιθυμία είναι η κεφαλή κάθε αμαρτίας. Και τράβηξα προς τη γη το κλαδί και πήρα από τον καρπό και έφαγα. |
[20] | |
1 | Και εκείνη τη στιγμή άνοιξαν τα μάτια μου και κατάλαβα πως είχα ξεγυμνωθεί από τη δικαιοσύνη που φορούσα. |
2 | Και έκλαψα λέγοντας: “Γιατί μου το έκανες αυτό; Έχασα τη δόξα μου, την οποία φορούσα!” |
3 | Και έκλαιγα και για τον όρκο. Και εκείνος κατέβηκε από το φυτό και έγινε άφαντος. |
4 | Και εγώ έψαχνα στην περιοχή μου φύλλα για να καλύψω τη ντροπή μου και δεν έβρισκα από τα φυτά του Παραδείσου, επειδή αφού έφαγα, όλα τα φυτά στην περιοχή μου έχασαν τα φύλλα τους, εκτός από τη συκιά. |
5 | Και πήρα φύλλα από αυτή και έφτιαξα ρούχα και ήταν από τα φυτά από τα οποία έφαγα. |
[21] | |
1 | Και φώναξα με δυνατή φωνή λέγοντας: “Αδάμ! Αδάμ! Πού είσαι; Σήκω κι έλα κοντά μου να σου δείξω ένα μεγάλο μυστικό”. |
2 | Και όταν ήρθε ο πατέρας σας, του είπα λόγια πονηρά [τα οποία μας έριξαν από μεγάλη δόξα]. |
3 | Διότι όταν ήρθε, άνοιξα το στόμα μου και μίλησε ο Διάβολος και άρχισα να τον συμβουλεύω και να του λέω: “Έλα, κύριέ μου Αδάμ, άκουσέ με και φάε από τον καρπό του δέντρου, από το οποίο μας είπε ο Θεός να μη φάμε, και θα είσαι ως Θεός”. |
4 | Και ο πατέρας σας μου απάντησε και είπε: “Φοβάμαι μήπως οργιστεί μαζί μου ο Θεός”. |
5 | Και εγώ του είπα: “Μη φοβάσαι. Διότι άμα φας, θα μπορείς να κατανοήσεις το καλό και το κακό”. Και τότε γρήγορα τον έπεισα, έφαγε και ανοίχτηκαν τα μάτια του και κατάλαβε κι αυτό τη γύμνια του. |
6 | Και μου είπε: “Ω πονηρή γυναίκα! Τι μου έκανες; Με έκανες και έχασα τη δόξα του Θεού”. |
[22] | |
1 | Και εκείνη την ώρα ακούσαμε τον αρχάγγελο Μιχαήλ να σαλπίζει τη σάλπιγγά του και να καλεί τους αγγέλους, λέγοντας: |
2 | ”Αυτά λέει ο Κύριος: ‘Ελάτε μαζί μου στον Παράδεισο και ακούστε τα λόγια με τα οποία θα κρίνω τον Αδάμ΄.” |
3 | Και όταν ακούσαμε τον αρχάγγελο να σαλπίζει, είπαμε: “Να, ο Θεός έρχεται στον Παράδεισο να μας κρίνει”. Φοβηθήκαμε και κρυφτήκαμε. Και ανέβηκε ο Θεός στον Παράδεισο, πάνω στο άρμα του με τα χερουβείμ, και (μαζί του και) οι άγγελοι που τον υμνούσαν. Και όταν μπήκε ο Θεός στον Παράδεισο, άνθισαν τα φυτά του κλήρου του Αδάμ και του δικού μου του κλήρου (άνθισαν) όλοι και δεν ήταν μαραμένα. |
4 | Και ο θρόνος του Θεού μπήκε εκεί όπου ήταν το δέντρο της ζωής. |
[23] | |
1 | Και ο Θεός κάλεσε τον Αδάμ, λέγοντας: “Αδάμ, πού κρύφτηκες; Νομίζεις πως δε θα σε βρω; Μήπως μπορεί να κρυφτεί το σπίτι από το χτίστη του;” |
2 | Τότε ο πατέρας σας αποκρίθηκε και είπε: “Όχι, Κύριε, δεν κρυβόμασταν για να μη μας βρεις, αλλά επειδή φοβάμαι γιατί είμαι γυμνός και ντράπηκα την εξουσία σου, Δέσποτα”. |
3 | Του είπε ο Θεός: “Ποιος σου είπε πως είσαι γυμνός; Ή μήπως παράκουσες την εντολή μου που σου έδωσαν να φυλάξεις; |
4 | Τότε ο Αδάμ θυμήθηκε τα λόγια που του είπα όταν ήθελα να τον ξεγελάσω, ότι θα τον κάνω να είναι ασφαλής ενώπιον του Θεού. Και στράφηκε προς εμένα και μου είπε: “Γιατί το έκανες αυτό;” |
5 | Και είπα πως ο Όφις με ξεγέλασε. |
[24] | |
1 | Και είπε ο Θεός στον Αδάμ: “Επειδή παράκουσες την εντολή μου και άκουσες τη γυναίκα σου, καταραμένη θα είναι η γη με τα έργα σου. |
2 | Εσύ θα τη δουλεύεις και εκείνη δε θα σου δίνει τη δύναμή της. Θα σου φυτρώνουν αγκάθια και τριβόλια και με τον ιδρώτα του προσώπου του θα τρως το ψωμί σου. [Θα ζεις με πολλή κούραση· θα κουράζεσαι και δε θα ξεκουράζεσαι και θα λιώνεις από τις πίκρες και δε θα γεύεσαι τη γλύκα]. |
3 | Θα λιώνεις από τη ζέστη και θα ζαρώνεις από το κρύο. Και θα κοπιάζεις πολύ και δε θα πλουτίζεις και θα παχαίνεις και στο τέλος δε θα υπάρχεις. |
4 | Και τα ζώα στα οποία ήσουν κυρίαρχος θα επαναστατήσουν άγρια εναντίον σου, διότι δεν τήρησες την εντολή μου. |
[25] | |
1 | Και ο Κύριος στράφηκε προς εμένα και μου είπε: “Επειδή εσύ άκουσες τον Όφι και παράκουσες την εντολή μου, |
2 | θα έχεις πόνους αφόρητους και πόνους γέννας. Θα γεννάς τα παιδιά σου τρέμοντας πολύ και θα έρθει κάποια ώρα που θα χάσεις τη ζωή σου από την ανάγκη σου τη μεγάλη και των πόνων σου. |
3 | Και θα εξομολογηθείς και θα πεις: ΄Κύριε, σώσε με και δε θα επιστρέψω στην αμαρτία της σάρκας’. |
4 | Και για αυτό το λόγο σε κρίνω, για την έχθρα που έβαλε μέσα σου ο εχθρός. Θα γυρίσεις πάλι στον άντρα σου και εκείνος θα σε κυριεύει”. |
[26] | |
1 | Αφού μου τα είπε αυτά, είπε στον Όφι με μεγάλη οργή: “Επειδή το έκανες αυτό και έγινες σκεύος αχάριστο για να παραπλανήσεις αυτούς που είχα κοντά στην καρδιά μου, θα είσαι καταραμένος μεταξύ των ζώων. |
2 | Θα στερηθείς την τροφή που έτρωγες και θα τρως χώμα για όλες τις ημέρες της ζωής του. |
3 | Θα πορεύεσαι στο στήθος και την κοιλιά σου και θα στερηθείς τα χέρια σου και τα πόδια σου. Δε θα σου αφεθεί ούτε αυτί, ούτε φτερό, ούτε ένα μέλος (όμοιο) με εκείνους που εσύ δελέασες με την κακία σου και έκανες να εκδιωχθούν από τον Παράδεισο. |
4 | Και θα βάλω έχθρα ανάμεσα σε σένα και το σπέρμα του. Αυτός θα σου τρυπήσει το κεφάλι κι εσύ τη φτέρνα μέχρι την ημέρα της κρίσεως. |
[27] | |
1 | Και αφού τα είπε αυτά, κάλεσε τους αγγέλους του για να μας διώξουν από τον Παράδεισο. |
2 | Καθώς μας οδηγούσαν, όπως κλαίγαμε, τους παρακάλεσε ο πατέρας σας ο Αδάμ τους αγγέλους, λέγοντας: “Αφήστε με λίγο για να παρακαλέσω το Θεό να με σπλαχνισθεί και να με ελεήσει, γιατί μόνο εγώ αμάρτησα”. |
3 | Και αυτοί σταμάτησαν να τον οδηγούν. Και φώναξε ο Αδάμ κλαίγοντας και είπε: “Συγχώρεσέ μου, Κύριε, αυτό που έκανα”. |
4 | Τότε είπε ο Κύριος στους αγγέλους του: “Γιατί σταματήσατε να οδηγείτε τον Αδάμ έξω από τον Παράδεισο; Μήπως ήταν δικό μου το αμάρτημα; Ή μήπως κακώς έκρινα; |
5 | Τότε οι άγγελοι έπεσαν στη γη και προσκύνησαν τον Κύριο, λέγοντας: “Είσαι δίκαιος, Κύριε, και ορθότατα κρίνεις”. |
[28] | |
1 | Και στράφηκε ο Κύριος προς τον Αδάμ και είπε: “Από τώρα (και στο εξής) δε θα σε αφήσω να είσαι στον Παράδεισο. |
2 | Και ο Αδάμ απάντησε και είπε: “Κύριε, δώσε μου από το φυτό της ζωής για να φάω πριν με διώξεις”. |
3 | Τότε είπε ο Κύριος προς τον Αδάμ: “Δε θα λάβεις από αυτό. Ορίστηκε στα Χερουβείμ και στην πύρινη περιστρεφόμενη ρομφαία να το φυλάνε από εσένα, ώστε να μην το γευτείς και γίνεις αθάνατος για πάντα. |
4 | Διότι έχεις ακόμη τον πόλεμο που έβαλε μέσα σου ο εχθρός. Αλλά όταν βγεις από τον Παράδεισο, άμα φυλάξεις τον εαυτό σου από κάθε κακό σαν κάποιον που πρόκειται να πεθάνει, τότε όταν γίνει πάλι η ανάσταση, θα σε αναστήσω και τότε θα σου δοθεί από το δέντρο της ζωής και θα είσαι αθάνατος για πάντα. |
[29] | |
1 | Αφού τα είπε αυτά ο Κύριος, μας έδιωξε από τον Παράδεισο. |
2 | Και έκλαψε ο πατέρα σας μπροστά στους αγγέλους απέναντι από τον Παράδεισο και του είπαν οι άγγελοι: “Τι θέλεις να κάνουμε για σένα, Αδάμ;” |
3 | Και ο πατέρα σας απάντησε και είπε στους αγγέλους: “Να! Διώξτε με! Αλλά σας παρακαλώ, αφήστε με να πάρω ευωδία από τον Παράδεισο, ώστε να κάνω θυσία στο Θεό, αφού εκδιωχθώ, για να με ακούσει. |
4 | Και ήρθαν οι άγγελοι και είπαν στο Θεό: “Ιαήλ, αιώνιε βασιλέα, διέταξε να δοθούν στον Αδάμ ευωδιαστά θυμιάματα από τον Παράδεισο”. |
5 | Και διέταξε ο Θεός να έρθει ο Αδάμ και να πάρει αρώματα από τον Παράδεισο για διατροφή του. |
6 | Και οι άγγελοι τον άφησαν και μάζεψε και τα δύο φύλα από κρόκο και νάρδο και καλάμι και κανέλα και άλλους σπόρους για τη διατροφή του και αφού τα πήρε, βγήκε από τον Παράδεισο. |
7 | Και έτσι βρεθήκαμε στη γη. |
[30] | |
1 | Τώρα λοιπόν, παιδιά μου, σας είπα τον τρόπο με τον οποίο εξαπατηθήκαμε. Εσείς να φυλάτε τους εαυτούς σας και να μην εγκαταλείψετε το καλό”. |
[31] | |
1 | Αυτά είπε αυτά ανάμεσα στα παιδιά της, ενώ ο Αδάμ κοιμόταν λόγω της ασθένειάς του. Και ενώ είχε άλλη μια ημέρα μέχρι να βγει από το σώμα του, είπε η Εύα στον Αδάμ: |
2 | ”Γιατί εσύ πεθαίνεις και εγώ ζω; Πόσο χρόνο έχω αφού πεθάνεις εσύ; Πες μου”. |
3 | Τότε είπε ο Αδάμ στην Εύα: “Μην ανησυχείς για τέτοια πράγματα. Δε θα αργήσεις πολύ μετά από εμένα, αλλά θα πεθάνουμε και οι δύο σε ίσο χρόνο. Και θα μείνεις στον τόπο μου. Και όταν πεθάνω, αλείψτε με και κανείς να μη με αγγίξει μέχρι να μιλήσει για μένα ο άγγελος του Κυρίου. |
4 | Διότι ο Θεός δε θα με ξεχάσει, αλλά θα αναζητήσει το σκεύος το οποίο ο ίδιος έφτιαξε. Σήκω και προσευχήσου στο Θεό μέχρι να αποδώσω το πνεύμα μου στα χέρια μου εκείνου που μου το έδωσε. Διότι δε γνωρίζουμε πώς (θα είναι όταν) θα συναντήσουμε εκείνον που μας έφτιαξε· αν θα οργιστεί με εμάς ή θα δείξει έλεος”. |
[32] | |
1 | Τότε σηκώθηκε η Εύα και βγήκε έξω και έπεσε στη γη, λέγοντας: |
2 | Αμάρτησα, Θεέ μου. Αμάρτησα, πατέρα των πάντων. Αμάρτησα εναντίον Σου. Αμάρτησα στους εκλεκτούς Σου αγγέλους. Αμάρτησα μπροστά στα Χερουβείμ. Αμάρτησα μπροστά στον ακλόνητο θρόνο Σου. Αμάρτησα, Κύριε. Αμάρτησα πολύ. Αμάρτησα εναντίον σου και όλη η αμαρτία στην κτίση δημιουργήθηκε εξ αιτίας μου. |
3 | Ενώ προσευχόταν η Εύα και βρισκόταν στα γόνατα, να, ήρθε σ’αυτήν ο άγγελος της ανθρωπότητας [5] και τη σήκωσε όρθια, λέγοντας: |
4 | ”Σήκω, Εύα, από την μετάνοιά σου. Να, ο Αδάμ ο άντρας σου βγήκε από το σώμα του. Σήκω και δες το πνεύμα του να ανεβαίνει σ’Αυτόν που το έφτιαξε για να Τον συναντήσει. |
[33] | |
1 | Και σηκώθηκε η Εύα και έβαλε το χέρι της στο πρόσωπό της και της είπε ο άγγελος: “Σήκωσε τον εαυτό σου από τα γήινα”. |
2 | Και η Εύα κοίταξε στον ουρανό και είδε ένα άρμα φωτός να έρχεται συρόμενο από τέσσερις λαμπρούς αετούς, των οποίων τη δόξα δε θα μπορούσε να περιγράψει κάποιος που γεννήθηκε από κοιλία, ούτε να δει το πρόσωπό τους· και άγγελοι προχωρούσαν μπροστά από το άρμα. |
3 | Όταν ήρθαν στο σημείο όπου βρισκόταν ο πατέρας σας, ο Αδάμ, στάθηκε το άρμα και τα Σεραφείμ (στάθηκαν) ανάμεσα στον πατέρα σας και το άρμα. |
4 | Και είδα εγώ θυμιατήρια χρυσά και τρία μπουκάλια και να, όλοι οι άγγελοι με λιβάνι και τα θυμιατήρια και τα μπουκάλια ήρθαν στο θυσιαστήριο και θυμιάτιζαν και ο καπνός του θυμιάματος κάλυψε τα στερεώματα. |
5 | Και οι άγγελοι έπεσαν (στο έδαφος) και προσκύνησαν το Θεό, φωνάζοντας και λέγοντας: “Ιαήλ άγιε, συγχώρησέ τον, γιατί είναι εικόνα Σου και δημιούργημα των άγιων χεριών Σου”. |
[34] | |
1 | Και αμέσως είδα εγώ η Εύα δύο μεγάλα και τρομερά μυστικά να βρίσκονται μπροστά στο Θεό. Και έκλαψα από το φόβο μου και φώναξα στο γιο μου, το Σηθ, λέγοντας: | 2 | ”Σήκω, Σηθ, από το σώμα του πατέρα σου και έλα εδώ για να δεις πράγματα που ποτέ δεν είδαν τα μάτια κανενός και προσεύχονται υπέρ του πατέρα σου, του Αδάμ. |
[35] | |
1 | Τότε σηκώθηκε ο Σηθ και πήγε στη μητέρα του και του είπε αυτή: “Τι σου συμβαίνει; Γιατί κλαις;” |
2 | Και είπε σ’αυτόν: “Σήκωσε τα μάτια σου και δες τα επτά στερεώματα ανοιγμένα και δες με τα μάτια του πώς βρίσκεται ξαπλωμένο το σώμα του πατέρα σου μπρούμυτα και όλοι οι άγιοι άγγελοι που βρίσκονται μαζί του προσεύχονται μαζί του και λένε: ‘Συγχώρησέ τον, ω πατέρα των όλων, γιατί είναι εικόνα σου’. |
3 | Τι είναι αυτό, παιδί μου Σηθ; Πότε παραδόθηκε (ο Αδάμ) στα χέρια του αόρατου πατέρα και Θεού μας; |
4 | Και ποιοι είναι οι δύο μελαμψοί που παρίστανται στην προσευχή για τον πατέρα σου;” |
[36] | |
1 | Και είπε ο Σηθ στη μητέρα του: “Αυτοί είναι ο ήλιος και η σελήνη και πέφτουν στο έδαφος και προσεύχονται για τον πατέρα σου, του Αδάμ”. |
2 | Και του είπε η Εύα: “Και πού είναι το φως τους και γιατί έχουν σκοτεινιάσει έτσι;” |
3 | Και της είπε ο Σηθ: “Δεν μπορούν να λάμπουν μπροστά στο φως των πάντων και για αυτό το λόγο κρύφτηκε το φως τους”. |
[37] | |
1 | Και ενώ τα έλεγε αυτά ο Σηθ στη μητέρα του, οι άγγελοι που ήταν πεσμένοι στο έδαφος σάλπισαν και φώναξαν με τρομερή φωνή, λέγοντας: |
2 | ”Ευλογημένη η δόξα του Κυρίου επί των δημιουργημάτων του. Ελέησε το δημιούργημα των χεριών του, του Αδάμ”. |
3 | Όταν τα φώναξαν αυτά οι άγγελοι, ήρθε ένας Σεραφείμ εξαπτέρυγος και άρπαξε τον Αδάμ (και τον πήγε) στην Αχερουσία λίμνη και τον έπλυνε μπροστά στο Θεό. |
4 | Και μετά από τρεις ώρες που ήταν αφημένος εκεί, ο Δεσπότης όλων, καθισμένος στον άγιο θρόνο του, σήκωσε τον Αδάμ και τον παρέδωσε στον αρχάγγελο Μιχαήλ, λέγοντάς του: |
5 | ”Σήκωσέ τον στον Παράδεισο μέχρι τον τρίτο ουρανό και άφησέ τον εκεί μέχρι την μεγάλη και τρομερή ημέρα, κατά την οποία θα τακτοποιήσω τον κόσμο”. |
6 | Και ο Μιχαήλ ο αρχάγγελος τον πήρε και πήγε και τον άφησε εκεί που του είπε ο Θεός όταν τον συγχώρεσε. |
[38] | |
1 | Μετά από όλα αυτά, ο αρχάγγελος φρόντισε για την κηδεία του λειψάνου. |
2 | Και πρόσταξε ο Θεός να συγκεντρωθούν όλοι οι άγγελοι μπροστά Του, ο καθένας σύμφωνα με το τάγμα του. Και συγκεντρώθηκαν όλοι οι άγγελοι, κάποιοι με θυμιατήρια, κάποιοι με σάλπιγγες. |
3 | Και ο Κύριος των Στρατιών ανέβηκε (στο άρμα του) και οι άνεμοι τον τραβούσαν και τα Χερουβείμ ανέβαιναν στους ανέμους και οι άγγελοι του ουρανού βρίσκονταν μπροστά του. Και ήρθαν στο σημείο που βρισκόταν το σώμα του Αδάμ και το πήραν. |
4 | Και ήρθαν στον Παράδεισο και κινήθηκαν όλα τα φυτά του Παραδείσου, ώστε όλοι που είχαν γεννηθεί από τον Αδάμ να νυστάξουν από την ευωδία, με εξαίρεση τον Σηθ που γεννήθηκε όπως όρισε ο Θεός. |
5 | Και βρισκόταν το σώμα του Αδάμ στον Παράδεισο και ο Σηθ στεκόταν από πάνω του πολύ λυπημένος. |
[39] | |
1 | Και λέει ο Κύριος ο Θεός: “Αδάμ, γιατί το έκανες αυτό; Αν είχες τηρήσει την εντολή μου, δε θα χαίρονταν αυτοί που σε έφεραν στον τόπο αυτό. |
2 | Αλλά σου λέω πως τη χαρά τους θα τη μετατρέψω σε λύπη και τη λύπη σου θα μετατρέψω σε χαρά και όταν επιστρέψεις, θα σε καθίσω στην εξουσία σου, πάνω στο θρόνο εκείνου που σε εξαπάτησε. |
3 | Και εκείνος θα εκδιωχθεί στον τόπο αυτό και εσύ θα κάθεσαι από πάνω του. Τότε θα κριθεί αυτός και εκείνοι που τον άκουσαν και πολύ θα λυπηθούν και θα κλάψουν βλέποντάς σε καθισμένο στον τίμιό του θρόνο. |
[40] | |
1 | Και τότε είπε στον αρχάγγελο Μιχαήλ: |
2 | ”Πήγαινε στον παράδεισο, στον τρίτο ουρανό, και φέρε μου τρία σεντόνια βυσσινιά και λινά”. Και είπε ο Θεός στο Μιχαήλ, το Γαβριήλ, τον Ουριήλ και το Ραφαήλ: “Σκεπάστε με τα σεντόνια το σώμα του Αδάμ και φέρτε το έλαιο του ελαίου της ευωδίας και χύστε το πάνω του”. Και έτσι έκαναν και κήδευσαν το σώμα του. |
3 | Και είπε ο Κύριος: “Φέρτε και το σώμα του Άβελ”. Και φέρνανε άλλα σεντόνια και κήδευσαν και αυτόν. |
4 | Επειδή ήταν ακήδευτος από την ημέρα που τον δολοφόνησε ο Κάιν, ο αδελφός του. Πολύ προσπάθησε ο πονηρός Κάιν να το κρύψει (το πτώμα), αλλά δεν μπόρεσε, επειδή δεν το δεχόταν η γη, λέγοντας: |
5 | ”Δε θα δεχτώ άλλο σώμα, μέχρι να επιστραφεί σε εμένα το χώμα που πάρθηκε και πλάστηκε”. Τότε άγγελοι τον πήρανε και τον έβαλαν πάνω στην πέτρα μέχρι να πεθάνει ο πατέρας του. |
6 | Καιtd style=”width:2%;vertical-align:top;text-align:right;font-size:x-small;font-weight:bold;” θάφτηκαν και οι δύο σύμφωνα με την εντολή του Θεού στα μέρη του Παραδείσου, στον τόπο όπου βρήκε το χώμα ο Θεός. |
7 | Και ο Θεός έστειλε επτά αγγέλους στον Παράδεισο και φέρανε πολλά μυρωδικά και τα έβαλαν στη γη. Και έτσι πήραν τα δύο σώματα και τα έθαψαν στο μέρος που έσκαψαν και οικοδόμησαν. |
[41] | |
1 | Και ο Θεός φώναξε τον Αδάμ και είπε: “Αδάμ;! Αδάμ;!” Και απάντησε το σώμα από τη γη: “Εδώ είμαι, Κύριε” |
2 | Και του είπε ο Κύριος: “Σου είχα πει ότι είσαι γη και ότι στη γη θα επιστρέψεις. |
3 | Πάλι σου αναγγέλλω την ανάσταση. Θα σε αναστήσω την τελευταία μέρα κατά την ανάσταση, μαζί με κάθε άνθρωπο από το σπέρμα σου. |
[42] | |
1 | Και μετά από αυτά τα λόγια, ο Θεός έφτιαξε μια τριγωνική σφραγίδα και σφράγισε το μνήμα, ώστε κανείς να μην του κάνει τίποτα κατά τις έξι ημέρες, μέχρι να επιστραφεί σ’αυτόν (τον Αδάμ) και το πλευρό του. |
2 | Και επέστρεψε ο φιλάνθρωπος Θεός και οι άγιοι άγγελοί του στον τόπο τους. |
3 | Μετά από τις έξι ημέρες πέθανε και η Εύα. Όταν ζούσε ακόμη, έκλαψε για την κοίμησή της επειδή δεν ήξερε πού θα θαφτεί το σώμα της. Όταν ο Κύριος ήταν στον Παράδεισο, όταν κήδευσαν τον Αδάμ, και αυτή κοιμόταν μαζί με τα παιδιά της εκτός του Σηθ, όπως ήδη είπα. |
4 | Και παρακάλεσε η Εύα κατά την ώρα του θανάτου της να θαφτεί όπου βρισκόταν ο Αδάμ, ο άντρας της, λέγοντας τα εξής: |
5 | ”Δέσποτά μου, Κύριε και Θεέ κάθε αρετής, μην απομακρύνεις τη δούλη σου από το σώμα του Αδάμ, γιατί από τα μέλη του με έπλασες. |
6 | Αλλά αξίωσέ με και κάνε την ανάξια και αμαρτωλή να θαφτεί μαζί με το σώμα του. |
7 | Όπως ήμουν αχώριστη μαζί του και στον Παράδεισο και μετά την παρακοή, έτσι κανείς να μη μας χωρίσει. |
8 | Μετά την προσευχή, κοίταξε στον ουρανό και σηκώθηκε και χτυπώντας το στήθος της είπε: “Θεέ των όλων, δέξου το πνεύμα του”. Και αμέσως παρέδωσε το πνεύμα της στο Θεό. |
[43] | |
1 | Όταν πέθανε, ήρθε να βοηθήσει ο αρχάγγελος Μιχαήλ και τρεις άγγελοι και πήραν το σώμα της και το έθαψαν εκεί που ήταν το σώμα του Άβελ. |
2 | Και είπε ο αρχάγγελος Μιχαήλ στον Σηθ: “Έτσι να κηδεύετε όλους τους ανθρώπους που πεθαίνουν μέχρι την ημέρα της ανάστασης”. |
3 | Αφού του έδωσε αυτό το νόμο, του είπε: “Μόνο έξι ημέρες να πενθείτε και την έβδομη ημέρα να σταματάτε και να χαίρεστε, γιατί αυτή (την ημέρα) ο Θεός και εμείς οι άγγελοι χαιρόμαστε για την μετάσταση της δίκαιης ψυχής από τη γη”. |
4 | Αυτά είπε ο αρχάγγελος Μιχαήλ και ανέβηκε στον ουρανό, δοξάζοντας και λέγοντας το αλληλούια. |
5 | [Άγιος, άγιος, άγιος ο Κύριος. Για τη δόξα του Θεού του πατέρα, γιατί σ’Αυτόν αξίζει η απόδοση τιμής και η προσκύνηση μαζί με το άναρχο και ζωοποιό Του Πνεύμα. Τώρα και πάντα και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.] |
[Άγιος, άγιος, άγιος ο Κύριος των Στρατιών, γιατί δική του είναι η δύναμη και η δόξα στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.] | |
[Και ο αρχάγγελος Ιωήλ δόξασε τον Κύριο λέγοντας: “Άγιος, άγιος, άγιος ο Κύριος. Ο ουρανός και η γη είναι γεμάτα από τη δόξα Του”.] |
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1 ▲ | Διάφωτος: Γεμάτος φως. Ο Charles αναφέρει πως μπορεί να βρεθεί και ως “Αδιάφωτος” και πιθανώς να χρησιμοποιείται με την ίδια λογική που ο Σατανάς είναι ο “Εωσφόρος”. |
2 ▲ | Αμιλαβές: Παρεφθαρμένη λέξη, ενδεχομένως από το αρμενικό “barekhooh” = συνετός |
3 ▲ | Θηρίον: Η λέξη σημαίνει και “θηρίο” ή “κτήνος”, όπως στην περίπτωση της μάχης του Σηθ με το θηρίο, αλλά εδώ χρησιμοποιείται καθαρά με την έννοια του “ζώου”. |
4 ▲ | Ζῇ ὁ θεὸς: Επιφωνηματική έκφραση, όπως λέμε “Θεέ και Κύριε!” ή “Μη χειρότερα!” |
5 ▲ | ὁ ἄγγελος τῆς ἀνθρωπότητος: Ο αρχάγγελος Μιχαήλ (αυτή του η ιδιότητα αναφέρεται και σε άλλα απόκρυφα κείμενα) |
Το κείμενο διατίθεται βάσει της άδειας Creative Commons Αναφορά προέλευσης-Μη Εμπορική Χρήση-Παρόμοια διανομή 3.0 Ελλάδα | The text is available under the Creative Commons Attribution-NonCommercial-ShareAlike 3.0 Greece license |
Τα σχόλιά σας είναι ευπρόσδεκτα / Your comments are welcome