Enlightenment and Suicide 26.11.2013 © Benjamin Cain |
Υπάρχει άραγε άτομο πεσιμιστικό, μηδενιστικό ή εν γένει μελαγχολικό που να μην είναι και υποκριτής; Η ερώτηση αυτή βρίσκεται στη ρίζα της συμβατικής κριτικής που καταφέρεται σε όποιον προσυπογράφει κάποια σκοτεινή κοσμοθεώρηση. Η φυσική υποψία είναι ότι το να πιστεύεις ότι η ζωή είναι άθλια και άνευ ελπίδας θα σε έκανε να αυτοκτονήσεις, οπότε αν το άτομο επιλέγει να συνεχίσει να ζει, τότε οι φιλοσοφικές του πεποιθήσεις είναι υποκριτικές. Η φιλοσοφία που αναπτύσσω σε αυτό το ιστολόγιο, που αντλεί στοιχεία από τον υπαρξισμό και τον συμπαντισμό, μεταξύ άλλων, είναι αρκετά σκοτεινή και εικονοκλαστική, οπότε μήπως αυτό υπονοεί πως δεν αξίζει να μένουμε ζωντανοί; Για να προϊδεάσω, η απάντηση είναι “όχι”.
Η Σκοτεινή Πλευρά του Υπαρξιακού Συμπαντισμού
Είναι σημαντικό να διακρίνουμε το να υπάρχει αίτιο να αυτοκτονήσεις και να έχεις λόγο να αυτοκτονήσεις. Οποιοσδήποτε λόγος αυτοκτονίας πρέπει να υπερκεράσει τα ένστικτα που μας κάνουν να αγωνιζόμαστε ακόμη και σε πολύ αντίξοες συνθήκες. Η ενστικτώδης επιθυμία για ζωή μπορεί να είναι δυνατότερη σε κάποιους, αλλά η ίδια κατάσταση μπορεί να είναι αφόρητη σε διαφορετικού είδους άτομα. Εν πάσι περιπτώσει, το ερώτημα του τι μπορεί να αποτελεί λόγο αυτοκτονίας είναι διαφορετικό από το ερώτημα που θα προσπαθήσω να απαντήσω εγώ· αν μια μελαγχολική κοσμοθεώρηση είναι καλός λόγος, δηλαδή επαρκής αιτία αυτοκτονίας. Σημειωτέον ότι μπορεί να έχεις λόγο να αυτοκτονήσεις, αλλά όχι αιτία, επειδή η επιθυμία σου για ζωή είναι ισχυρότερη από τη λογική που αναγνωρίζει το εν λόγω αίτιο. Αυτή είναι συνήθως και η βάση κριτικής για τα μελαγχολικά άτομα: η λογική τους τους λέει τι πρέπει να κάνουν, αλλά δεν έχουν το θάρρος ή την ευφυΐα για να το κάνουν και να υπερνικήσουν τις δυνάμεις υπέρ της ζωής εντός του εαυτού τους και στην κοινωνία.
τώρα θα συνοψίσω τα στοιχεία της φιλοσοφίας μου που φαίνονται να είναι υπέρ του θανάτου για να δούμε αν εμπεριέχουν λόγο αυτοκτονίας. Για αρχή ξεκινώ με την προϋπόθεση της φυσιοκρατικής μεταφυσικής κατά την οποία η επιστήμη μας ενημερώνει για τα δεδομένα και εγώ ερμηνεύω τις κοινωνικές προεκτάσεις αυτής της φυσιοκρατίας με έναν τρόπο επηρεασμένο από τον Νίτσε, τον Thomas Ligotti, τον Leo Strauss και άλλους. Παρελκόμενο είναι και η αθεΐα. Δεν υπάρχει προσωπικός Θεός. Αλλά βάσει του Νίτσε θεωρώ πως υπάρχει καλός λόγος για τον οποίο ιστορικά η πλειοψηφία των ανθρώπων υπήρξαν ένθεοι. Υπάρχουν πολλές ερμηνείες για την υπεροχή του θεϊσμού, αλλά η πιο σχετική για το τρέχον υπαρξιακό ερώτημα, για το αν η ζωή αξίζει τον κόπο, είναι ότι όλοι έχουμε μια παράλογη πλευρά που μας κάνει να θέλουμε να εμπιστευόμαστε μύθους και να πιστεύουμε σε κάτι ιερό. Αυτός είναι ο λόγος που εφηύραμε το Θεό (και όλων των ειδών υπερφυσικά όντα) σαν παιδιά που παίζουμε με φανταστικούς φίλους. Η κρίση του μεταμοντερνισμού είναι ότι σκοτώσαμε το Θεό που δημιουργήσαμε, λόγω του Διαφωτισμού, οπότε τώρα έχουμε μείνει αντιμέτωποι με την απειλή του μηδενισμού, δηλαδή με το αίσθημα ότι τίποτα δεν είναι ιερό και η ζωή είναι παράλογη. Όλα αυτά είναι στάνταρ Νίτσε. Απορρίπτω, ωστόσο, τη λύση του Νίτσε σε αυτή την κρίση, η οποία είναι ο εκθειασμός της φυσικής τάσης να λατρεύουμε τη ζωή επειδή παρέχει τη δυνατότητα στους ισχυρούς να υπερνικούν τους αδύναμους. Συμφωνώ με την άποψη του Νίτσε για μια αισθητική θεώρηση της βιώσιμης ηθικής, αλλά δεν νομίζω ότι η δύναμη για τη δύναμη είναι άξιος στόχος, ούτε θεωρώ πως οι πρωτόλειες φυσικές διεργασίες είναι ιερές.
Δεκτόν· θεωρώ πως η φυσιοκρατία υπονοεί ένα είδος πανθεϊσμού, σύμφωνα με τον οποίο οι φυσικές διεργασίες είναι υπέρτατα θεϊκές επειδή είναι εν τέλει θεϊκές. Αλλά δεν διαπράττω τη φυσιοκρατική πλάνη να θεωρήσω ότι επειδή κάτι είναι υπέρτατα Χ (σ’αυτή την περίπτωση δημιουργικό) στην πράξη, τότε είναι και υπέρτατα καλό Χ λόγω αυτού του γεγονότος. Αυτή η βεβιασμένη αξιολόγηση θα άφηνε ανοιχτό το ερώτημα για το αν η δημιουργικότητα θα έπρεπε να θεωρείται θετικά ή αρνητικά, αν θα έπρεπε καν ηθική αξιολόγηση. Ίσως η φύση είναι απόλυτα απωθητική επειδή είναι υπέρτατα δημιουργική, δεδομένου ότι η φύση δημιουργεί νέα πράγματα καταστρέφοντας τα παλιά. Ακόμα και αν οι νατουραλιστές λάτρευαν τη φύση, θα παρέμενε το ερώτημα αν θα έπρεπε να είναι τρελαμένοι οικολόγοι ή wiccan από τη μία ή σκυθρωποί σατανιστές ή νεο-λαβκραφτιανοί παγανιστές από την άλλη. Θεωρώ πως όλες οι αξιακές κρίσεις είναι υποκειμενικές ή ότι η αυθεντική και πιο ταιριαστή αξία της φύσης είναι τόσο πέρα από την κατανόησή μας, ώστε μπορούμε να προβάλουμε στο σύμπαν μόνο μια αξία που ικανοποιεί εμάς τους ίδιους.
Εν πάσι περιπτώσει, εφαρμόζω αυτή την ημιθρησκευτική ερμηνεία στη φυσιοκρατία, στην πολιτική και στα κοινωνικά ζητήματα. Η φύση δημιουργεί και συντηρεί την περίπλοκη ζωή μέσω της επιβολής ιεραρχιών που εφαρμόζουν στις έμφυτες ανισότητες μεταξύ άλφα, βήτα και ωμέγα ατόμων (μεταξύ των άλλων κοινωνικών τάξεων). Επίσης η φύση συντηρεί τη δημιουργία με το ένστικτο της αναπαραγωγής. Η φύση συντηρεί τη δημιουργία της ευφυών όντων, όπως εμείς, ελαττώνοντας την τάση τους να υποφέρουν από το άγχος που είναι αποτέλεσμα της φρικαλέας γνώσης του πώς δουλεύει η άθεη φύση. Η φύση το κάνει αυτό με το να μας καθιστά ευάλωτους σε ευγενή ψέματα ή μύθους. Έτσι, π.χ. κρύβουμε τη φρίκη της πολιτικής, η οποία είναι ότι τα κοινωνικά συστήματα τείνουν να υπακούν στη βιολογική αδράνεια ώστε να εκφράζουν τα πιο πρωτόγονα σταθερά μοτίβα της εξουσιαστικής ιεραρχίας.. Αυτό το κάνουμε με τον επικεντρωνόμαστε σε δευτερεύοντα ζητήματα, όπως τις διαφορές μεταξύ της φιλελεύθερης και της συντηρητικής ιδεολογίας και στη (δια)σκέδαση που προσφέρουν τα ΜΜΕ. Και κρύβουμε τον υπαρξιακό τρόμο της σεξουαλικής αναπαραγωγής, ο οποίος είναι ότι το σεξ αποκαλύπτει τη ζωώδη και μηχανιστική μας πλευρά, την αλήθεια της αθεΐας και την τερατώδη θειότητα της φύσης. Αυτό το κάνουμε με το να αποσπούμε την προσοχή μας με ρομαντικά παραμύθια περί πραγματικής αγάπης και με το να αντικειμενοποιούμε ο ένας τον άλλο με τελετές ζευγαρώματος και την σεξουαλική πράξη, αγνοώντας το δυναμικό μας και ξεφτιλίζοντας την σύγχρονη πεποίθηση ότι είμαστε ένα ευγενές και πολύτιμο είδος, ικανό για πρόοδο με τη δύναμη της λογικής. τέλος, αποκρύπτουμε τα χιλιάδες αποτελέσματα της απρόσωπης φύσης, συμπεριλαμβανομένου και του πόνου στον κόσμο, με το να κοροϊδευόμαστε με μύθους περί φτηνής ηθικής και της αξίας του προσώπου. Σύμφωνα με αυτούς τους μύθους, θα έπρεπε να είμαστε ευτυχισμένοι, η ευτυχισμένη ζωή είναι γεμάτη με ποικιλία και με πλούσιες εμπειρίες, είναι δέον να ακολουθούμε τις κοινωνικές συμβάσεις και να σιγοντάρουμε τις φυσικές διεργασίες που μας οφελούν, ενώ υπάρχει πράγματι πρόσωπο και ελεύθερη βούληση, που είναι σε θέση να αλλάζει τη φυσική νομοτέλεια κατά το δοκούν.
Αυτά αρκούν ως περίληψη των μεταφυσικών, θρησκευτικών και κοινωνικών αρχών μου. Δεδομένων αυτών, ας αναρωτηθούμε αν όλα αυτά σημαίνουν πως κάποιοι άνθρωποι θα έπρεπε να αυτοκτονήσουν, ειδικότερα αυτοί που προσυπογράφουν μια τέτοια σκοτεινή κοσμοθεώρηση. Η ερώτηση πρέπει να επιμεριστεί διότι στον κόσμο που περιέγραψα υπάρχουν δύο ειδών άτομα, οι συμβατικοί νικητές και οι χαμένοι. Ας αναλογιστούμε τους νικητές. θα περίμενε κανείς πως αυτοί που είναι οι πιο επιτυχημένοι, που σκαρφαλώνουν στην κορυφή της ιεραρχίας έχουν ελάχιστο κίνητρο να αυτοκτονήσουν, επειδή όλα τους πάνε δεξιά. Πράγματι, αλλά και πάλι αφήνω στην άκρη το ζήτημα του τι προκαλεί αυτοκτονία. Επειδή οι πλούσιοι είναι λιγότερο πιθανό να αυτοκτονήσουν, δεν σημαίνει πως δεν έχουν λόγο να το κάνουν. Κάποιοι νικητές όντως αυτοκτονούν, όπως αυτοί που ανέρχονται λόγω εγκληματικών ενεργειών και δεν μπορούν να ζήσουν με τη ντροπή, όταν οι δολοπλοκίες τους αποκαλύπτονται.
Αλλά γενικότερα υποθέτουμε πως υπάρχει κάποιος νικητής στη ζωή που προσυπογράφει την ρηξικέλευθη κοσμοθεωρία που συνόψισα. Ο συνδυασμός είναι δυνατός δεδομένου πως οι ελίτ έχουν συνήθως μεγάλη μόρφωση, η οποία απομακρύνει τις αφελείς δεισιδαιμονίες, και τα χρήματα που απαιτούνται για την πολυτελή ζωή τους τούς αναγκάζει να γνωρίζουν καλά την ασχήμια του πραγματικού κόσμου, για να μην αναφερθούμε στα προσωπικά χαρακτηριστικά που απαιτούνται για να αναρριχηθεί κανείς στις ανώτερες θέσεις της ιεραρχίας. Εδώ έχουμε μια αντίφαση, δεδομένου πως ένας νικητής θα πρέπει να κοιτά υποτιμητικά τον τρόπο ζωής του από φιλοσοφική και θρησκευτική σκοπιά, αλλά θα πρέπει να συνεχίσει να ζει ως νικητής. Γιατί να μην εγκαταλείψει τον πλούτο του και τις ανέσεις που θεωρεί πως απλά του αποσπούν την προσοχή; Γιατί να μην αυτοκτονήσει από ντροπή για την υποκρισία του; Εν τω μεταξύ οι χαμένοι έχουν λιγότερες εγκόσμιες επιτυχίες· τις οποίες επιτυχίες η εν λόγω φιλοσοφία αποκαλεί υποβιβαστικές (δια)σκεδάσεις βασισμένες στην αυταπάτη. Μήπως ο χαμένος έχει λιγότερους λόγους να αυτοκτονήσει;
Το πρόβλημα εδώ είναι ότι υπάρχει σύγκρουση μεταξύ των δύο αξιολογήσεων της κοινωνικής θέσης: υπάρχει η συμβατική αξιολόγηση και η φιλοσοφική ή θρησκευτική. Για την ακρίβεια, οι ορισμοί “νικητής” και “χαμένος” ήδη προϋποθέτουν τις απαντήσεις. Είναι δύσκολο να είναι κανείς απόλυτα συνεπής στην κοσμοθεωρία του, οπότε μπορούμε να υποθέσουμε πως και οι πλούσιοι και οι φτωχοί, και οι δυνατοί και οι αδύναμοι, και οι επιτυχημένοι και οι χαμένοι έχουν ανάμικτες οπτικές γωνίες. Έχουν τις φωτισμένες τους στιγμές, όταν αντιλαμβάνονται την κενότητα της μέινστρημ κουλτούρας, αλλά πρέπει να υποβιβάσουν και τον εαυτό τους για να ταιριάξουν σ’αυτήν. Οπότε, π.χ. ένας πλούσιος ίσως υιοθετήσει την τυπική αξιολόγηση του πλούτου του, οπότε θεωρεί τον εαυτό του νικητή, ότι η ζωή του είναι καλή και πως σίγουρα δεν θα πρέπει να τελειώσει πριν της ώρας της. Αντίστοιχα ένας φτωχός με παρόμοιες αναλαμπές φώτισης ίσως εν τέλει να υιοθετήσει την επιθυμία να γίνει επιτυχημένος κοσμικά και αυτό να τον κάνει να αντέξει τις κακουχίες.
Όλα αυτά όμως έχουν σχέση περισσότερο με λόγους, παρά με αίτια. Το ερώτημα είναι αν η κοσμοθεωρία μου ή κάποια παρόμοια αντισυμβατική υπονοεί πως η ζωή δεν αξίζει να τη ζει κανείς, είτε νικητής, είτε χαμένος. Πόσο σκληροί θα πρέπει να είμαστε με τις (δια)σκεδάσεις και τις αυταπάτες της εξωτεριστικής θρησκείας, της πολιτικής, του σεξ και της ιδέας του προσώπου; Κάθε ζωή που μολύνεται από αυτές τις ανοησίες γίνεται άχρηστή; Και δεν υπάρχουν πνευματικές ή εσωτεριστικές απολαύσεις που καθιστούν τη ζωή αξιόλογη, ικανοποιώντας παράλληλα τα αυστηρά υπαρξιακά στάνταρ; Αν επικεντρωθούμε μόνο στα αρνητικά στοιχεία της κοσμοθεωρίας μου, ίσως να βιαστούμε να βγάλουμε ένα τέτοιο αρνητικό συμπέρασμα κατά της ζωής, αλλά ένα τέτοιο συμπέρασμα δεν θα ήταν δίκαιη παρουσίαση αυτών που λέω. Η κοσμοθεωρία μου έχει και μια θετική, δημιουργική πλευρά, υπέρ της ζωής.
Η Φωτεινή Πλευρά
Ειδικότερα, εγώ υποστηρίζω μια κοσμική και φυσιοκρατική βερζιόν του κλασικού ασκητισμού, δηλαδή την απόσπασή από τις βασικές μας τάσεις και της απομάκρυνσης από τις πιο ωμές εκφάνσεις απανθρωποποίησης, οι οποίες αποτελούν τον κύριο όγκο των δημοφιλών διασκεδάσεων στις λεγόμενες σύγχρονες κοινωνίες. Προτείνω την υπαρξιακή επανάσταση κατά των αισθητικά κεκριμένων τεράτων, είτε αυτά βρίσκονται στην αγνή φύση, είτε στα κλισέ της ζωώδους συμπεριφοράς μας. Προτείνω να θεωρήσουμε την ηθική ως κλάδο της Αισθητικής και να αποδίδουμε αξία στη δημιουργικότητα, το μαύρο χιούμορ και το υπέρτατο στόχο της τραγικής αντίστασης στις πηγές κατάθλιψης για τους πεφωτισμένους φυσιοκράτες. Θεωρώ ιερή την καλλιτεχνική αξία της πρωτοτυπίας -όχι μόνο στην παραδοσιακή τέχνη, αλλά σε όλες τις πτυχές της ζωής. Όλα αυτά μεταφράζονται σε αυτό που και ο Νίτσε και ο Ιησούς αποκαλούν δραματικής επαναξιολόγηση. Ο Ιησούς, ο πρωταγωνιστής του χριστιανικού μύθους, είπε ότι οι ύστατοι έσονται πρώτοι και οι πρώτοι ύστατοι. Αυτό αναφέρεται στη Γνωστική, μυστικιστική αντίληψη της προφανούς αδικίας του κόσμου σύμφωνα με ένα μυστικό κριτήριο. Οι εγκόσμιοι νικητές είναι στην πράξη πνευματικά χαμένοι. Ο Νίτσε το αντέστρεψε αυτό και θεώρησε τους Χριστιανούς ως θυμωμένους σκλάβους και επιθυμούν κι αυτοί να γίνουν εγκόσμιοι νικητές, οπότε θεωρούν και αυτοί τους εαυτούς τους νικητές πνευματικά. Για τον Νίτσε, όσοι έχουν δύναμη μπορούν να είναι ένα με τη φύση με την ταοϊστική έννοια, εφόσον παραδέχονται τα ελαττώματα, τις επιθυμίες και τις προκαταλήψεις τους, αντί να παριστάνουν πως είναι ασώματα, υπερφυσικά όντα.
Επιθυμώ να συνδυάσω τον κλασικό θρησκευτικό ασκητισμό με την αισθητική φυσιοκρατία του Νίτσε. Οπότε συμφωνώ με τον Νίτσε πως δεν θα πρέπει να υποκύπτουμε σε ψευδαισθήσεις· αντίθετα νομίζω πως θα πρέπει να νιώθουμε οδύνη από τη γνώση της σκληρής αλήθειας για τον εαυτό μας και το πώς δουλεύει ο πραγματικός κόσμος. Σίγουρα, αν θέλουμε κατά βάθος να είμαστε σαδιστικοί άρχοντες, δεν θα πρέπει να παριστάνουμε πως είμαστε ο γέρων Παΐσιος. Αλλά η εξουσία από μόνη της είναι κενή, σαν αμάξι χωρίς προορισμό. Και ο Νίτσε εκτιμούσε τη δημιουργικότητα και το καλλιτεχνικό όραμα, αλλά δεν νομίζω πως ήταν αρκετά σαφής για το τι σχέση είχαν αυτά με την κοσμοθεωρία του. Από τη δική μου μεριά, αυτοί που πραγματικά είναι ένα με την άνοα δημιουργική φύση θα έχουν πάντοτε τα αισθητικά κριτήρια κατά νου. Οπότε θα καταδικάζουν κάθε συμπεριφορά που προσαρμόζεται εύκολα στις κοινότυπες μάχες για επικράτηση στην εξουσιαστική ιεραρχία, ως πεζή και μη ταιριαστή για ήρωες. Αυτός ο φιλόσοφος-καλλιτέχνης θα συμφωνεί με τον Ιησού και τον Σοπενχάουερ ότι υπάρχει μια αποστασιοποίηση από τη ζωή που είναι “ευγενής”, όπως έλεγε ο Νίτσε, δηλαδή αισθητικά ανώτερη.
Ο Νίτσε απορρίπτει τον κλασικό ασκητισμό επειδή θεωρεί πως η πηγή του είναι αμφίβολες νοητικές καταστάσεις. Αλλά η ψυχολογία δεν παρέχει βάση για ηθική αξιολόγηση, ειδικά δεδομένου πως όλα τα φυσικά αίτια είναι αμφίβολα λόγω της τερατώδους απεθαντότητάς τους. Εδώ χρειάζεται να έχουμε το νου μας για την γενετική πλάνη. Πράγματι, ακόμα και αν τόσοι εγκόσμιοι χαμένοι όντως είναι γεμάτοι πίκρα, εγώ βλέπω εκεί δυναμικό για συναισθηματική μεταμόρφωση. Συμφωνώ με τον Νίτσε ότι η αυταπάτες, δηλαδή η έλλειψη γνώθι σαυτόν, είναι απωθητική, οπότε οι χαμένοι ή οι σκλάβοι από την οπτική του Νίτσε είναι όσοι αγνοούν την πραγματική τους φύση, οπότε και μάλλον απίθανο να τη βελτιώσουν. Αν όμως οι εγκόσμιοι χαμένοι -οι περιθωριακοί, οι συνεσταλμένοι, οι μελαγχολικοί καλλιτέχνες, οι καταθλιπτικοί ή πνευματικά διαταραγμένοι και οι εξοστρακισμένοι περιπλανητές- έχουν πλήρη γνώση της θέσης τους στον αγώνα της ζωής, τότε μπορούν να αναγνωρίσουν τις αδυναμίες τους και δημιουργικά να τις υπερβούν. Ο στόχος δεν είναι η συμβατική επιτυχία, αλλά η αντίσταση στον τερατώδη ρουν, το εξ αρχής μάγεμα του κόσμου με σπουδαία τέχνη και η επαναφορά στη ζωή (με τη μυθολογική έννοια) των απέθαντων.
Σύμφωνα με αυτό τον φυσιοκρατικό ασκητισμό, οι περιθωριακοί τείνουν να καταλαμβάνουν μια ανώτερη πνευματική θέση σε σχέση με αυτούς που έχουν άφθονα υλικά αγαθά και επιτυχίες, επειδή η επιτυχία αυτή τείνει να διαφθείρει και να μας απομακρύνει από τα υπαρξιακά ζητήματα. Αν μη τι άλλο, λοιπόν, είναι η συμβατική κοσμοθεώρηση, η οποία χωρίζει τους ανθρώπους σε νικητές και χαμένους, ανάλογα με την εξελικτική τους επιτυχία και τον υλικό τους πλούτο, που κινδυνεύει να δώσει στους ανθρώπους αιτία αυτοκτονίας. Άλλωστε οι χαμένοι σ’αυτή την θεώρηση δεν έχουν και πολύ μέλλον πέρα από μια ελάχιστη πιθανότητα πλουτισμού. Αντίθετα, η αντίσταση που περιέγραψα παρέχει λόγο ζωής παρά ακριβώς αυτή τη γνώση της σκοτεινής πλευράς της φιλοσοφικής φυσιοκρατίας και της ματαιότητας των περισσοτέρων να αποκτήσουν εγκόσμια επιτυχία. Οποιοσδήποτε μπορεί να ξεκινήσει να ασχολείται με κάποιας μορφή κλασικό ασκητισμό, συμπεριλαμβανομένης και της αισθητικής μορφής που θεωρώ πως είναι συνεπής με την φυσιοκρατία, αλλά αυτοί που υποφέρουν περισσότερο και έχουν τα λιγότερα είναι αυτοί που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη σωτηρίας από την απελπισία. Η χριστιανική σωτηρία είναι φανταστική ως υπερφυσική, ενώ η ανθρώπινη δημιουργικότητα είναι απτά πραγματική.
Επιπλέον, δεν θέλω να υπονοήσω πως οι αυταπατώμενοι νικητές θα έπρεπε να αυτοκτονήσουν, παρά την φρικαλεότητα του παρακμιακού τρόπου ζωής που λατρεύουν οι κοιμώμενες μάζες. Αντίθετα θαυμάζω τους πλούσιους επειδή παρέχουν στους τραγικούς ήρωες με μια εξεζητημένη μορφή κλόουν ως αντικείμενα γελοιοποίησης στην υπαρξιακή κωμωδία (αστειεύομαι, φυσικά). Αυτοί που απορρίπτουν τους συνηθισμένους στόχους χρειάζονται κι αυτοί ψυχαγωγία ανάμεσα στις εκρήξεις υποσκάπτουσας δημιουργικότητας και μια τέτοια ψυχαγωγία είναι η κωμωδία. Οι σοφοί γελάνε με τις ανοησίες των υπαρξιακά τυφλών, δηλαδή εκείνων που ασχολούνται με ανούσια ζητήματα τα οποία, παρά ταύτα, εκθειάζονται στην ευρύτερη κοινωνία. Αν και οι πιο επιτυχημένοι ανάμεσά μας μπορεί αν είναι καλά ενημερωμένοι, μπορούν να είναι και στενόμυαλοι και γεμάτοι αυταπάτες, ειδικά σε σχέση με τον υλισμό. Οπότε αν ξαφνικά οι επιτυχημένοι στα εγκόσμια ξαφνικά αποφασίσουν να τινάξουν τα πέταλα, θα στερούσαν από τους πεφωτισμένους υλικό για αναζωογονητική κωμωδία, κάνοντας τη φωτισμένη ζωή πιο δύσκολη. Οπότε η φιλοσοφία μου παρέχει λόγο για τη συνέχιση όλης της ανθρώπινης ζωής, ασχέτως κοινωνικής τάξης.
Ίσως όμως, παρά τις προσπάθειές μου, η σκοτεινή πλευρά αυτής της κοσμοθεώρησης έρχεται υπερβολικά σε αντίθεση με την φωτεινή. Για παράδειγμα, αναφέρω παραπάνω για την πλάνη του προσώπου, συμπεριλαμβανομένου και του μύθου ότι “είμαστε ελεύθεροι να αλλάξουμε τη φυσική νομοτέλεια που μας αντιτίθεται”. Αν δεν έχουμε αυτή την ελευθερία, όμως, πώς είναι δυνατή αυτή η ασκητική επανάσταση; Η σύγκρουση αυτή επιλύεται, νομίζω, επειδή θεωρώ πως έχουμε περιορισμένη ελευθερία, αντίθετα με τους ντετερμινιστές, όπως ο Jerry Coyne ή ο Scott Bakker, ενώ παράλληλα περιορίζω την ηρωική μάχη με τη διαρκή υπενθύμιση πως είναι τραγική, δηλαδή καταδικασμένη να αποτύχει, αφού η απέθαντη φύση θα έχει τον τελευταίο απόκοσμο λόγο. Παρά τον αυτοέλεγχό μας, η ανεξαρτησία μας από τις φυσικές διεργασίες δεν είναι απόλυτη. Εξακολουθούμε να χρειαζόμαστε τροφή και ύπνο κ.ο.κ. και εν τέλει πεθαίνουμε· οπότε ακόμη και οι πεφωτισμένοι είναι ζώα. Ωστόσο η περιορισμένη μας γνώση και αυτονομία μας επιτρέπουν κάποια περιορισμένη, αν και εν τέλει μάταιη δυνατότητα να αψηφήσουμε για λίγο την φυσική αποσύνθεση. Αυτή η αντίσταση ξεκίνησε ασυνείδητα με τις Νεολιθικές Επαναστάσεις και με την ανάπτυξη τεχνολογίας, η οποία μας επέτρεπε να δημιουργήσουμε μια εξομοίωση του μυθοποιητικού οράματος ενός μαγεμένου κόσμου πλήρους νοήματος, αντικαθιστώντας την άγρια ερημιά με το αστικό τοπίο.
Η Φώτιση είναι η κατανόηση της τερατώδους φύσης των υποβοσκουσών διαδικασιών, της οδύνης της αποξένωσης λόγω της γνώσης αυτής και της δημιουργικής αντιμετώπισης αυτής της κατάστασης. Στο τέλος όλες μας οι δημιουργίες θα είναι μάταιες. Οι πόλεις μας, τα παραδοσιακά μας έργα τέχνης, τα γραπτά μας και οι ιδέες μας, θα αντικατασταθούν και θα ξεχαστούν μέχρι και η ίδια η ανθρωπότητα να εξαφανιστεί. Αυτό το ιστολόγιο με τα φιλοσοφικά μου παραληρήματα, στο οποίο τόσο κόπο έχω ρίξει, θα έχει ξεχαστεί εντελώς το πολύ σε μερικές δεκαετίες, όταν το σχετικά μικρό αναγνωστικό κοινό του πεθάνει. Στο τέλος δεν θα απομείνει καν μορφή ζωής στο σύμπαν για να μας ξεχάσει (πόσο μάλλον να μας θυμάται). Αποδέχομαι την πιθανότητα αυτού του τραγικού τέλους για τη ζωή. Η κατανόηση αυτής της πικρής αλήθειας ίσως είναι αιτία για κάποιους να αυτοκτονήσουν, αλλά θεωρώ πως υπάρχει λόγος να συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε ακόμα και υπό αυτές τις συνθήκες. Το να αντιστεκόμαστε όσο μπορούμε ενάντια στις απέθαντες διεργασίες που θα μας καταστρέψουν, απομακρυνόμενοι νοερά και σωματικά από τις εξουσιαστικές ιεραρχίες και καταργώντας στοϊκά τα ένστικτα που μας σκλαβώνουν, αποτελεί το σημάδι μας στον κόσμο. Προφανώς αλωνόμαστε από τον θάνατο, αλλά το σημάδι μας δεν μπορεί να ακυρωθεί. Πράγματι, στο τέλος κανείς δεν θα γνωρίζει ότι κάπου κάποια ζώα ξύπνησαν, σιχάθηκαν το φυσικό κόσμο και προσπάθησαν να εξαλείψουν την άγρια ερημιά και στο απέθαντο φυσικό τοπίο και στα πρωτόγονα ένστικτά τους. Αλλά ο απέθαντος θεός θα έχει νιώσει την οργή μας. Δεν θα έχουμε παραμείνει απλές μαριονέτες που έπεσαν αμαχητί. Θα έχουμε κάνει το καλύτερο δυνατόν και η συμμετοχή μας σε αυτή την επική αντίσταση δίνει νόημα στη ζωή σ’αυτό το χείριστο σενάριο.
Τα σχόλιά σας είναι ευπρόσδεκτα / Your comments are welcome