Political Correctness: Spellbinding the Masses 24.09.2011 © Benjamin Cain |
Στον Επιστημονισμό, έγραψα πως η σύγχρονη επιστημοκεντρική κοσμοθεώρηση είναι θρησκευτική αντί για αυστηρά κοσμική. Αυτή η θρησκεία, την οποία αποκαλώ επιστημονισμό, δεν είναι απλά ακαδημαϊκός θετικισμός ή συμπεριφορισμός, αλλά η δημοφιλής λατρεία της τεχνοεπιστημονικής δύναμης και των θείων δημιουργικών δυνάμεων που αποκαλύπτονται ή εκθειάζονται από τη δύναμη αυτή, όπως η φυσική επιλογή στην ελάχιστα ρυθμιζόμενη (σχεδόν απολίτιστη) αγορά. Η Μητέρα Φύση, ανελέητη, βασιλεύει τόσο στις καπιταλιστικές οάσεις, όσο και στις παραδείσιες ζούγκλες, και παρεμβαίνει στα ανθρώπινα τεκταινόμενα διαχωρίζοντας τους νικητές από τους χαμένους σε μια σκληρή και διόλου χριστιανική μάχη για κέρδος. Ο θεός της ελεύθερης αγοράς, που πρέπει να είναι η ίδια η κοσμική δημιουργικότητα που δημιουργεί ηλιακά συστήματα και γαλαξίες, είναι πανταχού παρών στις σύγχρονες οικονομίες, ένα με τις ορέξεις που μας οδηγούν στον κοντόφθαλμο, αυτοκαταστροφικό ανταγωνισμό και πιθανώς στην εξαφάνισή μας και την αντικατάστασή μας με κάποιο άλλο εκλεκτό είδος. Ζήτω η Συμπαντική Δημιουργικότητα! Και μέχρι εκείνο το περίλαμπρο μέλλον, όταν πιθανότατα θα θυσιάσουμε τους εαυτούς μας στο βωμό της άνοης εξέλιξης, ένα μάτσο πολιτικοί, κροίσοι, επιχειρηματίες και άλλοι άρχοντες του εμπορίου θα εξουσιάζουν ως ημίθεοι, προφήτες και υπέρμαχοι αυτή της εξιδανικευμένης ψυχοπαθούς, της δημιουργικής δύναμης της φυσικής επιλογής. Αυτοί οι άρχοντες υψώνονται από την ελεύθεροι αγορά και επιλέγονται από τη Μητέρα Φύση να εξουσιάζουν την κοινωνική τάξη, την ιεραρχία της κυριαρχίας, την τροφική αλυσίδα. Χάρη στην πονηριά τους οι σύγχρονες, πλούσιες κοινωνίες προστατεύουν αυτήν την ιεραρχία με προπετάσματα δημοκρατίας και δωράκια τεχνολογικής ικανοποίησης.
Πώς μπορεί ο επιστημονισμός να είναι θρησκευτικός, όταν δεν έχει κάποια αγία γραφή που προκαλεί δέος όταν αναγιγνώσκεται, ως ο αποκεκαλυμμένος Λόγος του Μεγαλοδύναμου; Πού βρίσκεται αυτό το ιερό βιβλίο θεϊκής σοφίας του κοσμικιστή, αν οι λεγόμενοι κοσμικιστές είναι στην πραγματικότητα θρήσκοι; Η απάντησή μου: οι στίχοι της επιστημονιστικής γραφής επαναλαμβάνονται διαρκώς από τις κορυφές των τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών σταθμών· είναι τα πολιτικά ορθά συνθήματα, η χαλκευμένη και δοκιμασμένη ρητορεία και οι λέξεις-κλειδιά για τα παβλοφικά εκπαιδευμένα ανθρώπινα πρόβατα. Αν η γραφές αυτές μαζεύονταν σε ένα βιβλίο, ίσως ο τίτλος του να ήταν “Πολιτική Ορθότητα: Ιεροί στίχοι για τη γήτευση των καταναλωτών”. Αντίθετα ο επιστημονισμός χρησιμοποιεί τη σύγχρονη τεχνολογία για να περάσει τα μηνύματά του μέσω των λαϊκών μέσων διασκέδασης, έτσι ώστε να τα ακούς ακόμη κι εκεί που δεν τα περιμένεις. Μην ξεχνάτε πως ο επιστημονισμός είναι μια παράδοξη πίστη, μια θρησκεία που παριστάνει πως αντιτίθεται σε όλες τις θρησκευτικές ανοησίες. Όπως μια ολιγαρχία μπορεί να κρυφτεί παριστάνοντας πως είναι δημοκρατία, η παγανιστική λατρεία της φύσης μπορεί να μασκαρευτεί ως επιστημονικός ρασιοναλισμός και ως μεταθρησκευτικός ουμανισμός. Για να φανεί η θρησκευτική πτυχή της λεγόμενης κοσμικής κοινωνίας, αρκεί να κάνει κανείς ένα βήμα πίσω και να αναρωτηθεί αν υπάρχει κάποιος λόγος να πιστεύει πως ο έμφυτος φυλετισμός μας και η δημιουργική μας ανάγκη για εικασίες, που είναι οι πρωτεύουσες αιτίες της θρησκείας, σβήστηκαν από τις σύγχρονες δυνάμεις της προόδου. Σίγουρα, στο όνομα αυτής της προόδου οι παλιοί θεοί του δεισιδαιμονικού μονοθεϊσμού αποκαθηλώθηκαν και οι διαχρονικές θρησκευτικές φιλοσοφίες των μυστών αγνοήθηκαν ή διακωμωδήθηκαν, αλλά δεδομένου πως οι θρησκείες βρίσκονταν ανέκαθεν όπου υπήρχαν άνθρωποι, μιας και τα αίτιά τους βρίσκονται μέσα μας, θα έπρεπε να το περιμένουμε πως οι σύγχρονοι φυσιοκράτες θα θεοποιούσαν ό,τι απέμεινε για να αντικαταστήσουν τα ξεπερασμένα αντικείμενα λατρείας.
Τα Ταμπού και το Ιερό
Τι είναι η πολιτική ορθότητα; Επισήμως ο πολιτικά ορθός λόγος και η πολιτικά ορθή συμπεριφορά είναι συμβάσεις που σέβονται τις κοινωνικές ανακαλύψεις, όπως την ύπαρξη ατομικών δικαιωμάτων λόγω της ισότητας των ανθρώπων ως ελεύθερα, λογικά άτομα. Είναι απλά καλοί τρόποι βάσει δεδομένων, όπως για παράδειγμα να μιλήσεις για την αξιοπρέπεια που έχουν και οι φτωχοί και οι πλούσιοι. Οι κοινωνικές ανακαλύψεις είναι σαν μαθηματικές αλήθειες και ο μαθητής μπορεί απλά να τικάρει τις σωστές απαντήσεις στο Ερωτηματολόγιο της Ζωής, χάρη στη διδασκαλία των αρχών, όπως οι πολιτικοί, οι ειδήμονες, οι διασημότητες -οποιοσδήποτε σχεδόν εργάζεται στο φως της δημοσιότητας και σίγουρα στα ΜΜΕ. Οι σκέψεις σου είναι πάνω-κάτω δικές σου, αλλά υπάρχουν κανόνες για τη δημόσια συμπεριφορά, πέρα από αυτούς που αναγνωρίζονται στα δικαστήρια και η ποινή για την παραβίασή τους είναι η περιθωριοποίηση ή ο εξοστρακισμός.
Αυτή η επίσημη περιγραφή μπορεί να απορριφθεί απλά με το να σημειωθεί πως υπάρχουν αντιφατικές έννοιες πολιτικής ορθότητας. Για παράδειγμα υπάρχουν διαφορετικοί νεοφιλελεύθεροι και συντηρητικοί μύθοι που αντιφάσκουν ως προς τα κοινωνικά δεδομένα που πρέπει να γίνονται σεβαστά. Ίσως ο ένας μύθος να είναι ορθός και ο άλλος λανθασμένος, αλλά είναι πιθανότερο πως τα επιστημονικά κριτήρια δεν μπορούν να εφαρμοστούν στην πολιτική “θεωρία”, αφού η πολιτική είναι η μελέτη της εξουσίας στις ανθρώπινες κοινωνίες και η κίνηση για την προώθηση μιας πολιτικής ερμηνείας είναι από μόνη της μια κίνηση στο παιχνίδι της εξουσίας. Οι φυσικοί επιστήμονες μπορούν να είναι αντικειμενικοί γιατί δεν ανθρωπομορφοποιούν τα αντικείμενα της μελέτης τους, οπότε οι προκαταλήψεις που ενεργοποιούνται όταν συναναστρέφονται με ανθρώπους παραμένουν υπό έλεγχο όταν μελετούν άτομα, πέτρες ή γαλαξίες. Όταν όμως προτείνει μια κοινωνική δομή, ο πολιτικός επιστήμων δεν εφαρμόζει ακριβώς την επιστημονική μέθοδο με αυτή την έννοια, οπότε η πολιτική λογική του δεν μπορεί να είναι αντικειμενικά ορθή ή λανθασμένη. Τα καταλληλότερα κριτήρια για την αξιολόγηση της πολιτικής είναι τα ηθικά και τα αισθητικά και ο πολιτικός θεωρητικός είναι ορθότερο να θεωρείται ως μυθοπλάστης.
Εν πάσι περιπτώσει, οι νεοφιλελεύθεροι μύθοι συσχετίζονται με την πολιτική ορθότητα ευκολότερα από τους συντηρητικούς και ο λόγος είναι ότι οι μεταμοντέρνοι φιλελεύθεροι έχουν χάσει την πίστη στους μύθους τους, ενώ οι συντηρητικοί, μην έχοντας το σθένος ή την ακεραιότητα να παραδεχθούν πως οι μύθοι τους είναι γκροτέσκοι όταν εφαρμοστούν σε αυτά που ξέρουμε για τη φύση, μένουν προσκολλημένοι στο μονοθεϊσμό τους ή τον κοινωνικό δαρβινισμό τους. Έτσι οι νεοφιλελεύθεροι πιέζουν τους εαυτούς τους να μειώσουν τους μύθους τους σε Ερωτήματα Ζωής και τις κατηγορικές προσταγές τους σε ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής με ψευδοεπιστημονικά ορθές απαντήσεις. Άλλωστε, ο νεοφιλελευθερισμός ξεκινά με την φυσιοκρατική πλάνη· επειδή έχουν προοδεύσει γνωστικά οι φυσικές επιστήμες, το ίδιο μπορούν να κάνουν και οι κοινωνίες σε κανονιστικό επίπεδο. (βλ. Φιλελευθερισμός.) Αλλά αυτό που θέλω να τονίσω είναι ότι η έννοια της πολιτικής ορθότητας έχει λάθος όνομα, αφού οι πολιτικοί μύθοι και οι επιστημονικές θεωρίες δεν μπορούν να αξιολογηθούν με τα ίδια κριτήρια· οι δε αντιστοιχίζονται σε γεγονότα, δεδομένης της επιστημονικής αντικειμενικότητας, ενώ οι μεν μπορούν να έχουν βάρος ηθικό ή αισθητικό.
Τότε στη θέση τίνος στέκει η “πολιτική ορθότητα” ως ευφημισμός; Σίγουρα ο πολιτικά ορθός λόγος είναι ασφαλής και άνευ προσβολών, το γλωσσικό αντίστοιχο της μουσικής ασανσέρ. Αλλά πιο συγκεκριμένα, οι κανόνες της πολιτικής ορθότητας έχουν σκοπό να αποτρέψουν τον κόσμο από το να διαπράξει ταμπού. Κάθε θρησκευόμενη κοινωνία έχει τους διαχωρισμούς της μεταξύ του ιερού και του ανίερου. Οι νεοφιλελεύθεροι και οι συντηρητικοί μύθοι για τον άνθρωπο και τις κοινωνικές του δομές καθορίζουν τι θα πρέπει να λατρεύεται ως ιερό, ως άξιο αποδοχής παρά τον φόβο που προκαλεί το ιερό λόγω της υπεράνθρωπης επίδειξης τρομερής δύναμης. Οι σύγχρονοι, κλασικοί φιλελεύθεροι θεοποίησαν τη λογική, την ελεύθερη βούληση και την συνείδηση της ανθρώπινης φύσης και οι φυσικές δυνάμεις θα έπρεπε να μας φοβούνται για την αποφασιστικότητά μας να τις υποτάξουμε στη θέλησή μας. Και πάλι όμως, οι μεταμοντέρνοι φιλελεύθεροι δεν πιστεύουν πλέον σε αυτή την υπερβολή του Διαφωτισμού. Εν τω μεταξύ οι συντηρητικοί μοιάζει να θεοποιούν τις παραδοσιακές υπερφυσικές δυνάμεις, αλλά οι θεοί που ακολουθούν στην πράξη είναι το χρήμα, η επίγεια δύναμη και η ηδονή. Άλλωστε και οι Χριστιανοί και οι Μουσουλμάνοι συντηρητικοί έχουν υποβόσκουσες κοσμικές ατζέντες, όπως η επιβολή θεοκρατιών. (βλ. Συντηρητισμός) Σύμφωνα με τον μονοθεϊστικό μύθο, όλοι θα πρέπει να φοβόμαστε τον υπερφυσικό Θεό, αλλά ο Θεός αυτός είναι βασισμένος στο πρότυπο του δικτάτορα. Και σύμφωνα με τις επιπλοκές του οικονομικά νεοφιλελεύθερου συντηρητισμού, οι αδύναμοι θα πρέπει να φοβούνται τους δυνατούς, των οποίων η δύναμη τους δίνει το δικαίωμα να θυσιάζουν τους αδύναμους και τους φτωχούς κατά τις επιθυμίες του εξουσιαστή.
Σε μια υπερ-λογική φιλελεύθερη κοινωνία, οι άνθρωποι έχουν θεία φύση και το ιερό επεκτείνεται σε κάθε μέρος της φύσης που μεταμορφώνει με την εργασία· ό,τι αγγίζουμε γίνεται χρυσάφι, που λένε. Η άγρια φύση είναι ανίερη, όπως το πρόσωπο των υδάτων πριν τρέξει επάνω τους το πνεύμα του Θεού και φτιάξει το σύμπαν από αυτή την πρώτη ύλη. Η ερημιά είναι ανίερη γιατί τολμά να αντιμάχεται τον ευγενή άνθρωπο αντί να μας προσφέρει το βυζί κάθε φορά που μυξοκλαίμε σαν τα βρέφη που είμαστε, όπως υπονοεί αυτός ο ινστρουμενταλιστικός μύθος. Με την περίλαμπρη δύναμη της επιστήμης κατασκοπεύουμε την περιοχή του αδιάφορου εχθρού και πατάσσουμε τα απάνθρωπα στοιχεία, τροποποιώντας τα προς όφελός μας. Σε μια μεταμοντέρνα φιλελεύθερη κοινωνία όμως, τίποτα δεν είναι ακριβώς ιερό ή ανίερο και αντίθετα υπάρχει η διάκριση ανάμεσα στο Σοβαρό και στο Ριζοσπαστικό. Ο Σοβαρός πολίτης κινείται τελείως στα πλαίσια του κοινωνικού συστήματος χωρίς να αμφισβητεί τις υποθέσεις του και ο οποίος αφιερώνει τον εαυτό του στο να κάνει στο σύστημα πιο αποτελεσματικό, ενώ ο Ριζοσπάστης αμφισβητεί αυτές τις υποθέσεις και στοχεύει να αναστατώσει την κοινωνία. (Θυμηθείτε πως στον Φιλελευθερισμό, ο μεταμοντέρνος φιλελεύθερος που παριστάνει τον τεχνοκράτη, είναι παρτιζάνος της μηδενιστικής μηχανής που θεωρεί τον κόσμο με πραγματιστικούς, μη-κανονιστικούς όρους, θέλοντας μόνο να παίξει λίγο με τα άκρα διατηρώντας το συντηρητικό, φυσικά ολιγαρχικό status quo. Ο Πρόεδρος Ομπάμα είναι κλασικό παράδειγμα φιλελεύθερου αυτού του είδους· για περισσότερα παραδείγματα δείτε όλους αυτούς αποκαλούνται “κεντρώοι” ή “πραγματιστές”).
Τώρα, σε μια θεοκρατία, το ιερό δεν καθορίζεται από τις Γραφές, αλλά από τη δύναμη του ηγεμόνα που διαλέγει την ερμηνεία της Γραφής που δικαιολογεί καλύτερη την χυδαία ανισότητα εξουσίας στην συγκεκριμένη κοινωνία. Τυπικά, για παράδειγμα, ο ηγεμόνας είναι ένας άνδρας, των οποίων τα πάθη τείνουν να είναι πιο ευνοϊκά πολιτικά από των γυναικών, οπότε οι γυναίκες καθίστανται ανίερες, ενώ τα ανδρικά πάθη ιερά. Όταν η επιστήμη ενδυναμώνει τη μεσαία τάξη και της επιτρέπει να κοντράρει την εξουσία του ηγεμόνα, μέσω της μαζικής παραγωγής και του καπιταλισμού, και η επιστήμη και η τεχνολογία καθίστανται ανίερες. Αυτή είναι η ιστορία των Καθολικών θεοκρατιών του Μεσαίωνα και των σύγχρονων Ισλαμικών θεοκρατιών. Για τις καπιταλιστικές ελεύθερες αγορές, το χρήμα, η επίγεια δύναμη και η ηδονή είναι ιερά, αφού αυτά τα πάθη αυτά και εκείνα που χρειάζονται για την απόκτηση των αγαθών είναι που τροφοδοτούν τη μηχανή που κινεί τον φυσικό κύκλο της εξέλιξης, ο οποίος κύκλος είναι η υπέρτατη θεότητα του παγανιστικού επιστημονισμού. Οι κρατικές ρυθμίσεις της οικονομικής δραστηριότητας είναι ανίερες επειδή τολμούν να περιορίζουν τη Μητέρα Φύση και να αντιστρέφουν την κρίση της για το ποιοι θα πρέπει να έχουν πλούτο και ποιοι όχι. Γενικότερα, οτιδήποτε παρεκκλίνει από τα πρωτόγονα ένστικτα πρέπει να είναι ανίερο· εξ ου και η ψευδής λαϊκιστική ρητορική του Ρεπουμπλικανού κατά του σνομπισμού της πνευματικής ελίτ που ονειρεύονται πως μπορούν να διαχειριστούν την οικονομία καλύτερα από ένα εγωιστικό, χαοτικό καρναβάλι. Επειδή μάθαμε πώς να πάμε στο φεγγάρι, αυτό δεν σημαίνει πως θα πρέπει να βγούμε από τη λογική της ζούγκλας όταν οργανώνουμε τη συμβίωσή μας.
Το ταμπού λοιπόν, είναι η βεβήλωση που προκύπτει από την ανάμειξη των δύο χώρων. Για παράδειγμα, ένα κλασικό φιλελεύθερο ταμπού είναι η διάκριση ως βεβήλωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όταν κάποιος επισημαίνει φυσικές διαφορές (όπως η φυλή, η εθνικότητα, το φύλο, ο σεξουαλικός προσανατολισμός, το πολιτισμικό υπόβαθρο, η ιστορία) και αδιαφορεί για την ίση ικανότητα όλων για λογική, αυτονομία και συνειδητότητα. Η αμαρτία είναι η αδιαφορία για τα ιερές, θεόμορφες ιδιότητες και η επισήμανση των ζωωδών χαρακτηριστικών που μας θέτουν εντός της άγριας φύσης. Αντίθετα, ένα μεταμοντέρνο φιλελεύθερο ταμπού είναι το να κάνεις μια βαθιά, κανονιστική ερώτηση αντί του να είσαι “ρεαλιστής” και να αποδεχθείς το σύστημα ως έχει. Τυπικά η προοδευτική “βάση” του Δημοκρατικού Κόμματος διαπράττει αυτό το αμάρτημα κατά των ώριμων συμφερόντων των Σοβαρών, επιχειρηματιών Δημοκρατικών. Έτσι ο κλασικός φιλελεύθερος είναι ένας ιδεαλιστής, ενώ ο μεταμοντέρνος φιλελεύθερος είναι ρεαλιστής.
Από την άλλη, το ταμπού για τους θρησκόληπτους συντηρητικούς δεν είναι η ανυπακοή προς τους θεϊκούς νόμους, αλλά η ανυπακοή προς μια ανθρώπινη ερμηνεία αυτών των νόμων, ενώ η Γραφή χρησιμοποιείται ως κοσμικό κόλπο για την εγκαθίδρυση θεοκρατίας, η οποία είναι μια φυσική κυριαρχική ιεραρχία. Ενώ οι μύθοι μιλάνε για εξέγερση κατά του Θεού, η άμεση, απτή αμαρτία είναι η εξέγερση κατά του ανθρώπου εκπροσώπου του Θεού, είτε αυτός είναι ένας ιερέας, ένα τηλευαγγελιστής, ένας Ρεπουμπλικανός Πρόεδρος, ο αρχηγός μιας παραθρησκευτικής οργάνωσης ή ένας ιμάμης, σεΐχης ή αγιατολάχ. Το ταμπού για τον συντηρητικό νεοφιλελεύθερο είναι να καταδεχθείς να χρησιμοποιήσεις θεϊκή δύναμη για να εξαγάγεις τον εαυτό σου από τη φυσική σου θέση στην ιεραρχία. Οπότε είναι αμαρτία να μοιράζεσαι χρήματα και να επιτρέπεις στους φτωχούς να πορεύονται τζάμπα. Η συνεργασία υποτίθεται πως είναι άγνωστη στη φύση και η φυσική επιλογή ευνοεί μόνο όσους ασκούν τα πάθη τους, όχι τις αρετές τους, όπως η ενσυναίσθηση ή η ταπεινοφροσύνη.
Φυσικά ο νεοφιλελεύθερος υποτίθεται πως επιτρέπει την ελεημοσύνη εφόσον δεν είναι κλοπή, ήτοι τα άτομα θα πρέπει να επιτρέπεται να χειρίζονται την ιδιοκτησία τους όπως τους αρέσει, αλλά η κυβέρνηση δεν θα πρέπει να επιτρέπεται να χρησιμοποιεί φόρους για να μεταφέρει πλούτο από τους πλούσιους στους φτωχούς. Ωστόσο δεν υπάρχει κάποια πολιτική αρχή που να ενεργεί εδώ. Θεωρητικά οι άνθρωποι σε μια δημοκρατία υποτάσσονται εθελοντικά στις επιθυμίες της πλειοψηφίας, οπότε αν η πλειοψηφία δώσει την εξουσία σε ένα κόμμα που είναι υπέρ της ανακατανομής του πλούτου μέσω της φορολογίας ή το ιδεώδες της ισότητας των ανθρώπων, ακόμα και αυτοί που ψήφισαν κάτι διαφορετικό συναινούν στη φορολογία. Γιατί λοιπόν ο νεοφιλελεύθερος αντιδρά όταν στο πώς μια δημοκρατική σοσιαλιστική κυβέρνηση αξιοποιεί τους φόρους; Γιατί αυτή είναι η πιο αποτελεσματική μορφή ελεημοσύνης και αλλάζει τα φώτα στη φυσική ιεραρχία. Και ο λόγος που ο νεοφιλελεύθερος δίνει προτεραιότητα στα πάθη και όχι στην αρετή είναι επειδή ο κοινωνικός δαρβινισμός είναι ένας μύθος που εκλογικεύει τη δύναμη που τυγχάνει να αποκτήσουν κακόβουλοι άνθρωποι-αρπακτικά. Όταν ένας ψυχοπαθής ενδυναμώνει και άλλους, παίρνουν κατάλληλη θέση ώστε να εκθειάσουν τα οφέλη του τερατώδους τρόπου ζωής τους και εκπέμπουν πανηγυρικά την εγωιστικά, κοινωνικά δαρβινικά χαρακτηριστικά τους, όπως ο εγωισμός, η φιλοδοξία, η έλλειψη οίκτου, ο ηδονισμός και το στενό οπτικό τους πεδίο. Όταν αρχίζουν και οι φτωχοί να σέβονται αυτά τα πάθη, παρά το γεγονός ότι απέτυχαν στον οικονομικό ανταγωνισμό υποτίθεται λόγω του ότι ήταν πιο ενάρετοι, δεν επαναστατούν κατά αυτής της ανισότητας.
Η Μαγεία της Πολιτικής Ορθότητας
Αυτά όσον αφορά μια γενική θεωρία για τη θρησκευτική φύση της πολιτικής ορθότητας. Υπάρχουν αποδείξεις ότι αυτή η θεωρία ισχύει και στην πράξη. Ένας στοιχείο ότι αυτό συμβαίνει είναι ότι υιοθετούμε και υπερασπιζόμαστε πολιτικά ορθά σλόγκαν με πρωτόγονες συναισθηματικές εκδηλώσεις και όχι με λογικά επιχειρήματα. Συχνά τα σλόγκαν αυτά επαναλαμβάνονται τόσο συχνά που βαριόμαστε να τα αμφισβητούμε ή τα σλόγκαν αντλούν δύναμη από μυθικές εικόνες, είτε από την πολιτική ρητορική, τις διαφημίσεις ή την βιομηχανία του θεάματος. Για παράδειγμα παρατηρείστε τη διαφορά ανάμεσα στην πεποίθηση ότι οι άντρες και οι γυναίκες είναι ίσοι σε ατομικό επίπεδο και στην πεποίθηση ότι οι γυναίκες θα πρέπει να είναι αποδέκτες ευνοϊκότερης αντιμετώπισης μαζί με τα παιδιά όταν υπάρχει άμεση ανάγκη να σωθεί ο ένας ή ο άλλος (αλλά όχι και οι δύο) σε μια φυσική καταστροφή. Η πρώτη περίπτωση στηρίζεται από έναν πλούτο γνωστών επιστημονικών αποδείξεων ότι οι άνδρες και οι γυναίκες έχουν παρόμοια εγκεφαλική δομή και αυτό είναι που καθιστά την πρώτη περίπτωση επιστημονικά και όχι πολιτικά ορθή. Δεν υπάρχει τέτοια λογική βάση για τη δεύτερη περίπτωση, ειδικά εν συγκρίσει με την πρώτη. Δεκτόν, υπάρχει η έννοια πως οι γυναίκες είναι απαραίτητες για την αναπαραγωγή, οπότε χάριν των μελλοντικών γενεών η ζωή μιας γυναίκας έχει μεγαλύτερη αξία από ενός άνδρα. Αλλά και οι άνδρες είναι απαραίτητοι για την αναπαραγωγή. Η δεύτερη πεποίθηση είναι απλά πολιτικά ορθή επειδή στηρίζεται σε ρομαντικούς μύθους ιπποτισμού.
Όσο για τον μεταμοντέρνο νεοφιλελευθερισμό, δείτε την απόρριψη από τον Ομπάμα να διώξει νομικά μέλη της κυβέρνησης Μπους και της Wall Street. Ο Ομπάμα και οι εκπρόσωποί του χλεύασαν τους προοδευτικόυς ως υστερικά παιδιά που δεν καταλαβαίνουν πώς δουλεύει το σύστημα. Για το αν ο Cheney, ο Rumsfeld και οι τραπεζίτες της Wall Street θα έπρεπε να διωχούν για να αποκατασταθεί η ηθική τάξη είναι ένα κανονιστικό ερώτημα με το οποίο δεν προτίθεται να ασχοληθεί ένας πραγματιστής νεοφιλελεύθερος. Όλες οι μεταμοντέρνες νεοφιλελεύθερες αποφάσεις πρέπει να λαμβάνονται με μόνο κριτήριο την πιο αποτελεσματική αξιοποίηση των πρώτων υλών σε ένα δεδομένο σύστημα. Στο πολιτικό σύστημα ο Πρόεδρος χάνει πρεστίζ όταν κυνηγάει ανεμόμυλους. Ο ιδεαλισμός των προοδευτικών είναι αφελής και αντιπαραγωγικός σύμφωνα με τον ρεαλιστή νεοφιλελεύθερο που ουσιαστικά στερείται αξιών. Αλλά αυτό που θέλω να τονίσω είναι ότι αυτός ο προοδευτισμός είναι πολιτικά λανθασμένος επειδή ο νεοφιλελεύθερος κεντρώος τυπικά δεν ασχολείται να αιτιολογήσει την απόρριψη, αλλά απλά κάνει συγκρίσεις με παιδιά ή τρελούς εξτρεμιστές. Για να εξηγήσει την απόρριψη, θα έπρεπε να αποκαλύψει τον ρεαλιστικό, λειτουργικό μηδενισμό του, το οποίο θα μείωνε το νεοφιλελευθερισμό ως βιώσιμη, αισιόδοξη σχολή πολιτικής σκέψης. Αυτό δεν θα ήταν διόλου πρακτικό.
Υπάρχουν πολλά σλόγκαν των θρησκόληπτων συντηρητικών που είναι απλά πολιτικά ορθά, χωρίς λογική αιτιολόγηση, όπως τα αντιεπιστημονικά σλόγκαν “Η υπερθέρμανση του πλανήτη είναι ψέμα” ή “οι άνθρωποι δεν εξελίχθηκαν μαζί με τις μαϊμούδες”. Ένας λόγος για αυτή την εχθρότητα είναι φυσικά το πρόβλημα του θεού των κενών, δηλαδή ότι όσο περισσότερα μαθαίνουν οι επιστήμονες για τη φύση, τότε απομακρύνεται η πραγματικότητα από τις παραδοσιακές θεϊστικές πεποιθήσεις περί Θεού, πνευμάτων και θαυμάτων. Αλλά η επιστήμη λειτουργεί και ως σάκος του μποξ για τους περισσότερους θρησκόληπτους συντηρητικούς: κατηγορούν τις επιστημονικές θεωρίες χωρίς καν να ξέρουν τι σημαίνει “θεωρία” σε επιστημονικά πλαίσια, πόσο μάλλον να κατανοούν τις λεπτομέρειες της αλλαγής κλίματος και της φυσικής επιλογής. Η πολιτικά ορθή μείωση της επιστήμης σε συγκεντρώσεις Ρεπουμπλικανών και σε τηλεοπτικά “ντιμπέιτ” είναι σαν ένα αδαές χόμπιτ να λέει μπούρδες για τα μαγικά ξόρκια του Γκάνταλφ -λες και έχει τα προσόντα να μιλήσει για το θέμα ή λες και θα έπρεπε να ληφθεί σοβαρά υπ’όψιν. Ωστόσο ο θρησκόληπτος συντηρητικός αντιγράφει αυτά τα μιμίδια και τα επαναλαμβάνει ως δήλωση κομματικής προτίμησης. Ομοίως οι μύθοι των νεοφιλελεύθερων για τα κακά της φορολογίας και την ανάγκη για “ελευθερία” στην αγορά γίνονται συντηρητικοί με τη διαρκή πολιτική και εμπορική διαφήμιση, που επαναλαμβάνεται διαρκώς και ανατροφοδοτείται από την αμερικανική μυθολογία του σκληρού ατομισμού σε συνδυασμός με τις χολυγουντιανές εικόνες της Άγριας Δύσης.
Η πολιτική ορθότητα μοιάζει να λειτουργεί ως μορφή προστατευτικής μαγείας, μια μέθοδος προστασίας των συνόρων μεταξύ ιερού και ανίερου μέσω λεκτικού υπνωτισμού. Ο υπνωτισμός λειτουργεί από την άλογη δύναμη του υποκειμενικά μαγικού ξορκιού που δελεάζει το υπνωτισμένο άτομο να παρακάμψει κάποια κοινωνική σύμβαση, να διαπράξει ταμπού και εξοστρακιστεί. Λέγοντας “προστατευτική” μαγεία, εννοούμε πως ο πολιτικά ορθός ομιλητής αγκυρώνεται στο ιερό απλά ψάλλοντας το ξόρκι, σηματοδοτόντας την υποταγή του στην ομάδα. Τα εσωτερικής κατανάλωσης σλόγκαν δοκιμάζουν την δέσμευση του μέλους στην ομάδα, επειδή πρέπει να είναι πρόθυμος να τα επαναλάβει αλόγιστα και όχι να τα αμφισβητήσει σκεπτικιστικά.
Οι νεοφιλελεύθεροι μετατρέπουν τη χρήση της γλώσσας σε ψευδοεπιστήμη, παριστάνοντας πως μεταμορφώνουν την κοινωνία με τσιτάτα, λες και κατέχουν ένα σχέδιο της κοινωνίας που λέει ακριβώς πώς λειτουργούν οι άνθρωποι ως εξαρτήματα της κοινωνικής μηχανής. Και οι συντηρητικοί βασίζονται σε τσιτάτα, αλλά εκεί που ο νεοφιλελεύθερος θεωρεί -όπως οι διαφημιστές- πως ο καταναλωτής πρέπει να χειραγωγηθεί από την ελίτ για το καλό του, ο συντηρητικός θεωρεί πως η ειδωλολατρία θα εξυψώσει τις μάζες. Όπως ο διαφημιστής και ο απογοητευμένος ριζοσπάστης, ο μεταμοντέρνος φιλελεύθερος πάσχει από απέχθεια για τον εαυτό του και από μισανθρωπία: έχοντας χάσει την πίστη στα ρασιοναλιστικά, ουτοπικά ιδεώδη, ο “φιλελεύθερος των τελευταίων ημερών” υποθέτει πως δεν υπάρχει ουσιαστική άμυνα για οποιαδήποτε αξία και αυτό που θα πρέπει να κάνει ως υπεύθυνος ενήλικας είναι απλά να επιστρέψει στη δουλειά του, σαν τον Σίσυφο που κύλαγε το βράχο στο λόφο. Δουλειά του νεοφιλελεύθερου είναι να υπερασπίζεται το βαθύ κράτος, το οποίο με τη σειρά του προστατεύει το ολιγαρχικό σύστημα και το κύριο εργαλείο του νεοφιλελεύθερου είναι η ικανότητά του να χειρίζεται τον πολιτικά ορθό λόγο, συμπεριλαμβανομένων των κοινοτοπιών, των τσιτάτων και χιλιάδων μορφών ψεύδους, όπως η διαστρέβλωση, η σύγχυση και η αποφυγή, για να μη μιλήσουμε για τη στρατιά λογικών πλανών. Ο νεοφιλελεύθερος πράκτορας λοιπόν χειρίζεται την ψευδοεπιστήμη των δημοσίων σχέσεων που έχει σκοπό τη διαχείριση της κοινής γνώμης, όπως ένας άνθρωπος εκπαιδεύει το σκύλο του. Η βασική ιδέα είναι να πει στο κοινό αυτό που υποσυνείδητα θέλει να ακούσει, όπως αυτό προκύπτει από δημοσκοπήσεις και άλλες μορφές έρευνας αγοράς. Το να λες την ωμή αλήθεια είναι πάντα κατάρα για τον πατερναλιστή νεοφιλελεύθερο. Ξανά, οι καταναλωτές και οι ψηφοφόροι θεωρούνται ως ένα σύνολο μοχλών, διακοπτών και κομβίων στην κοινωνική μηχανή και ο νεοφιλελεύθερος υποτίθεται πως είναι ο τεχνικός που την χειρίζεται.
Αλλά δεδομένου πως δεν υπάρχει κάποια στάνταρ επιστήμη κοινωνικής μηχανικής και ο νεοφιλελεύθερος επιστημονισμός στέκει στη θέση της κατάρρευσης του φιλελευθερισμού μετά την γελοιοποίηση των προσδοκιών του Διαφωτισμού κατά τον 20ο αιώνα, η ρητορική του νεοφιλελεύθερου πρέπει να λειτουργεί ψυχανεμικά, όπως ένα μέντιουμ που διαβάζει το μυαλό κάποιου ή τα άλλα λεγόμενα παραφυσικά φαινόμενα. Μπορεί να μην υπάρχει μαγεία ως παραβίαση του φυσικού νόμου, αλλά σίγουρα υπάρχει υποκειμενική μαγεία, η οποία είναι απλά θέμα άγνοιας από τη μεριά του αποδέκτη. Όπως έλεγε ο Arthur C. Clarke, η επαρκώς εξελιγμένη τεχνολογία μοιάζει μαγική. Ακόμα κι αν η τεχνολογία είναι ένα απλό παιχνίδι 20 ερωτήσεων, όπως στην περίπτωση των κόλπων του John Edward, αν το κοινό δεν αξιολογήσει κατάλληλα το παιχνίδι λόγω ταχυδακτυλουργίας, το άτομο που κάνει τις ερωτήσεις μπορεί να θεωρηθεί ότι διαθέτει ψυχικές δυνάμεις. Αυτό που καταφέρνει ο νεοφιλελεύθερος με το να ψέλνει σλόγκαν, να καλοπιάνει, να διαστρεβλώνει κ.λπ. είναι να παίζει με την αντίληψη της πραγματικότητας του κόσμου· είναι λοιπόν ένας μεσμεριστής μάγος, όχι ένας μηχανικός με τα χέρια βουτηγμένα μέχρι τον αγκώνα στα εντόσθια της πραγματικότητας. Ο νεοφιλελεύθερος διαστρεβλωτής απλά εκμεταλλεύεται την άγνοια του κόσμου, την ευπιστία του και τις λανθασμένες τους γνωστικές διαδικασίες και τα χειραγωγεί ώστε να τους πουλήσει τα ξυνάδια της νεοφιλελεύθερης ορθοδοξίας.
Η συντηρητική ελίτ είναι ακόμα πιο ξεδιάντροπή στην λεκτική χειραγώγηση του κοπαδιού της, ντύνοντας τα οδηγητικά της σλόγκαν με θρησκευτική ορολογία, παίζοντας το πανάρχαιο παιχνίδι της στρατολόγησης του Θεού για την στήριξη προκαταλήψεων. Σαφές παράδειγμα είναι η προώθηση από τους τηλευαγγελιστές οικογενειακών αξιών παρά το καθαρό αντι-οικογενειακό μήνυμα της Καινής Διαθήκης (βλ. Θεϊσμός.) Επομένως τα σλόγκαν οικογενειακών αξιών είναι στην καλύτερη περίπτωση πολιτικά και όχι ιστορικά ορθά, αλλά οι συντηρητικοί δημαγωγοί επίσης εμπλέκονται και στην ζουμερή μπίζνα της εκμετάλλευσης της άγνοιας του φτωχού κοσμάκη για τη Βίβλο, παριστάνοντας πως το οπισθοδρομικό τους μοντέλο της τυπικής αμερικανικής οικογένειας του ’50 βασίζεται σε βιβλικές αρχές. Νομίζω πως δεν υπερβάλω αν συνοψίσω την ηθική διδασκαλία του Ιησού ως εξής: όσο πιο ικανοποιημένος είναι κάποιος στα εγκόσμια, τόσο λιγότερο χαίρει εκτίμησης από το Θεό, μιας και ο Θεός προτιμά εκείνους που έχουν αποτύχει στο κοσμικό κυνήγι της επιτυχίας. Τα νέα του Ιησού είναι καλά για τους αποτυχημένους και αυτούς που μείναν έξω από το σύστημα, αφού με το να προτιμούν την συμβατική ευτυχία από την ανώτερη αποστολή της αναζήτησης της βασιλείας του Θεού, οι μικρομεσαίοι γονείς που μεγαλώνουν μια οικογένεια στα προάστια, με το σπίτι με τον άσπρο φράχτη, το σκύλο και το γκαράζ για δύο αυτοκίνητα στην πραγματικότητα οδεύουν προς την κόλαση, μιας και έχουν λάθος προτεραιότητες. Αλλά το αντίθετο χαρωπό μήνυμα που στοχεύει να συμβιβάσει τον πνευματικό ριζοσπαστισμό του Ιησού με τον σύγχρονο ηδονισμό, αρκεί να έχει μια πολύ απλή αγκύρωση στη Βίβλο και χάρη στην ανεκτίμητη τέχνη της επιλογής χωρίων οι κατ’όνομα χριστιανικές μάζες μπορούν να ονειρεύονται πως οι δημαγωγοί τους είναι πραγματικοί, ζωντανοί προφήτες. Έχοντας απορροφήσει κάποιες βιβλικές εικόνες, από ταινίες αν όχι από την ίδια τη Βίβλο, οι μάζες επιθυμούν διακαώς να συνδυάσουν οποιαδήποτε παθιασμένη προσήλωση με θεία έμπνευση, οπότε ακόμα και οι νεοσυντηρητικοί του Μπους μπορέσαν να πουλήσουν τους “προληπτικούς” τους πολέμους με ψευδο-χριστιανική βάση.
Η θρησκευτική άποψη της συντηρητικής οικονομικής πολιτικά ορθής ρητορικής είναι περισσότερο επιστημονιστική παρά μονοθεϊστική. Ο νεοφιλελεύθερος διαχειρίζεται το φόβο των μαζών, όχι για τον νεκρό υπερφυσικό Θεό, αλλά για τους ζωντανούς ημίθεους που πετάν από έπαυλη σε έπαυλη και διοικούν τις αυτοκρατορίες τους από πύργους σαν εκείνον της Βαβέλ. Ο νεοφιλελεύθερος δεν βασίζεται στην πρότερη μονοθεϊστική νηπιοποίηση του κόσμου, αλλά στο εταιρικό αντίστοιχο -τη διαφήμιση- με την οποία ο νεοφιλελεύθερος κηρύσσει ένα αντικυβερνητικό δόγμα που ομοιάζει με την υποσυνείδητη λαχτάρα να επιστρέψει στην τέλεια καταναλωτική κατάσταση μέσα στη μήτρα. Πρώτα χωνεύεται σε τεράστιες ποσότητες προπαγάνδα για ατελείωτη κατανάλωση υλικών αγαθών υπό μορφή πανταχού παρούσης διαφήμισης και μετά οι οικονομικά συντηρητικοί εξαργυρώνουν το πλεονέκτημά τους ζητώντας μιας μορφής αυτοκαταστροφική κυβέρνησης που ενισχύει αυτούς που ικανοποιούν αυτή την παιδαριώδη ζήτηση. Να ξαναπώ πως δεν θα πρέπει να τρέφουμε αυταπάτες πως τα συνθήματα για μικρή κυβέρνηση, ατομική ελευθερία και ελεύθερη αγορά αγκαλιάζονται από την πλειοψηφία των οικονομικά συντηρητικών βάσει λογικής. Δεκτόν, υπάρχει νεοφιλελεύθερη φιλοσοφία, όπως την αναπτύσσει ο Ron Paul για παράδειγμα, αλλά η φιλοσοφία αυτή είναι περισσότερο εκλογίκευση των πραγματικών αιτιών: ότι ο νεοφιλελεύθερος διάβασε το παιάνες της Ayn Rand για τον καπιταλισμό όταν ήταν νεός και ότι πολύ αναμενόμενα θεοποίησε την τεχνοεπιστήμη και τους ολιγαρχικούς της υπέρμαχους. Όταν ο καταναλωτής δοξάσει αυτόν τον ψευδο-νιτσεϊκό εγωισμό και αντικαταστήσει το φόβο ενός υπερφυσικού Θεού με τον φόβο των φυσικών θεών, είναι έτοιμος να αναμασήσει την laissez faire προπαγάνδα.
Λευκά Ψέματα
Τέλος θέλω να αναλύσω την πιο συνηθισμένη μορφή πολιτικά ορθού λόγου: το λευκό ψέμα. Ως τέτοιο νοούμε ένα ψέμα που έχει αγαθό και όχι κακό σκοπό. Αλλά υπάρχει και άλλης μιας μορφής αγαθό ψεύδος, ο λόγος που παράγει αυτό που ο Φρόυντ ονόμαζε “προσωπείο” (persona), τη δημόσια πλευρά του εαυτού που παίζει τους διάφορους κοινωνικούς ρόλους. Τα ψέματα που λέμε για να ανυψώσουμε την εικόνα μας και να διατηρήσουμε τις κοινωνικές μας σχέσεις και τους κοινωνικούς δεσμούς είναι άπειρα. Σχεδόν κάθε λέξη που λέμε δημόσια είναι ένα λευκό ψέμα, υπό την έννοια ότι δεν είναι αυτό που πραγματικά πιστεύουμε: μιλάμε ξέροντας πως δεν λέμε αυτό που πιστεύουμε, αλλά ωθούμαστε στο ψέμα σαν ηθοποιοί που διαβάζουν σενάριο. Λέμε αυτό που οι άλλοι περιμένουν να ακούσουν, αυτό που έχουμε εκπαιδευτεί να λέμε και λέμε αυτά που μας κάνουν ευτυχισμένους (βλ. Ευτυχία). Οι εξαιρέσεις στα λευκά ψέματα εμφανίζονται στις κατ’ίδίαν συζητήσεις με φίλους και αγαπημένα πρόσωπα και όταν μιλάμε “στα ίσα” με κάποιον και του τα λέμε “χύμα και τσουβαλάτα”.
Λέμε λευκά ψέματα όταν παριστάνουμε πως μας ενδιαφέρει κάτι, όταν κάνουμε τους αισιόδοξους για να αποφύγουμε μια άβολη αντιπαράθεση ή για να μην πληγώσουμε τα συναισθήματα κάποιου ή όταν λέμε σε ένα γνωστό “θα σε πάρω αργότερα” ή “δεν βγαίνουμε για κανένα ποτό την άλλη βδομάδα” χωρίς να έχουμε κανένα ενδιαφέρον να τα τηρήσουμε. Μπορεί να νομίζετε πως τα παραδοσιακά ψέματα των πολιτικών είναι εμφανώς λευκά ψέματα, αν υποθέσουμε πως έχουν στόχο την εμψύχωση και όχι την εξαπάτηση. Αλλά το λευκό ψέμα με αγαθή πρόθεση είναι μόνο μια υποκατηγορία, το είδος που δεν ξεκινά από κακές προθέσεις. Το πιο συνηθισμένο είδος μη κακοπροαίρετου ψέματος συμβαίνει τακτικά χωρίς κανένα ενσυνείδητο έλεγχο. Κάποια πολιτικά ψέματα μπορεί να εξαπατούν, αλλά να έχουν σκοπό να βοηθήσουν τους ψηφοφόρους και όχι το ψευδόμενο πολιτικό, ενώ άλλα είδη ψευδούς πολιτικού λόγου μπορεί να είναι υποχρεωτικά και απρόσωπα είναι ή αυτόματα και είναι αυτό το δεύτερο είδος που με ενδιαφέρει εδώ.
Το λευκό ψέμα από συνήθεια στους ενήλικες είναι το αντίστοιχο των παιδιών που παριστάνουν που παριστάνουν πως ζουν σε έναν κοινό, φανταστικό κόσμο. Τα παιδιά παριστάνουν πως ένα μεγάλο κουτί είναι διαστημόπλοιο, χρησιμοποιώντας με περισσή άνεση ό,τι έχουν διαθέσιμο, φαντασιώνοντας έναν ιδανικό κόσμο που προτιμούν από τον κανονικό. Σπάνια χάνουμε αυτή την τάση να αυταπατούμε τον εαυτό μας και τους άλλους μεγαλώνοντας. Τα λευκά ψέματα είναι προφάσεις, παιχνιδιάρικες λεκτικές κατασκευές που δεν θα πρέπει να αξιολογούνται βάσει του μη αληθινού περιεχομένου τους ή του συμβατικού τους νοήματος. Αντίθετα, τα ψέματα που λέμε συχνά για να αποφύγουμε να αντιμετωπίσουμε μια άβολη αλήθεια είναι μέσα με τα οποία ενισχύσουμε το κοινωνικό μας στάτους και τη μαγεία της πολιτικής ορθότητας. Για παράδειγμα, όταν δυο γνωστοί παριστάνουν πως είναι καλύτεροι φίλοι απ’ό,τι και οι δύο γνωρίζουν, υποσχόμενοι χαρωπά να μην χαθούν, θα μπορούσαν να είναι κάλλιστα χιμπατζήδες που ξεψειρίζει ο ένας τον άλλο. Το νοηματικό περιεχόμενο της συζήτησης είναι αδιάφορο συγκρινόμενο με τη λειτουργία της, η οποία έχει στόχο να κρατήσει δεμένη τη φυλή. Τα χαμόγελά τους είναι βιασμένα, οι υποσχέσεις τους σαν τα χαζά τραγουδάκια που ηρεμούν τα μωρά.
Τα λευκά ψέματα είναι πολιτικά ορθά επειδή δεν έχουν αποδέκτη το άτομο, αλλά παίζουν με τις κοινωνικούς ρόλους των ανθρώπων. Όταν μιλάμε αντανακλαστικά, χωρίς να σκεφτόμαστε και χωρίς ντροπή για τη μάσκα που φοράμε, παίζουμε ένα ρόλο βάσει ενός συμβατικού σεναρίου, σαν μια μαριονέτα και δεν τιμάμε τη λίγη αξιοπρέπεια ή αυτονομία που διαθέτουμε. Μόνο όταν μιλάμε από καρδιάς και φλυαρούμε σαν προφήτες κατειλημμένοι από μια μούσα ή τον Λόγο, τη θεία λογική που πλάθει το σύμπαν, μόνο τότε μιλάμε άμεσα ο ένας στον άλλο ως άτομα, ως δυνητικά θεόμορφα πρόσωπα. Όταν φοράμε νοητικά κοστούμια σε ψεύτικες προσωπικότητες που είναι απλά κοινωνικά κατασκευάσματα και όχι ο πραγματικός μας χαρακτήρας, λαμβάνουμε μέρος στο θέατρο της συμβατικής κοινωνικής αλληλεπίδρασης, της οποίας ο εξελικτικός σκοπός είναι σίγουρα να μας κρατήσει χαρούμενους για αρκετό διάστημα μέχρι να αναπαραχθούμε και να συνεισφέρουμε στην γονιδιακής ποικιλία προς όφελος των μελλοντικών μεταλλαγμάτων που θα είναι οι απόγονοί μας. Αυτή η κοινωνική διάδραση είναι το πραγματικό Μάτριξ, η μαζική ψευδαίσθηση που μας κρατά όλους “ενεργούς”.
Στον δημόσιο χώρο βομβαρδιζόμαστε με ψέματα που μας υπνωτίζουν, μας γητεύουν και μας παρηγορούν. Αυτή είναι η φύση της πολιτικής ορθότητας, του λόγου που είναι απλά κοινωνικά χρήσιμος: ψάλλουμε συνθήματα και ευχάριστα σλόγκαν ή διαβάζουμε συμβατικά σενάρια, βασίζοντας τη συμπεριφορά μας σε εικόνες που βλέπουμε στις διαφημίσεις και τις ταινίες -όλα αυτά για να παραμείνουμε στα πλαίσια του Ιερού, να αποφύγουμε τα ταμπού και να μην χαλάσουμε τις καλές μας σχέσεις με αυτό που εμείς οι κοσμικιστές πραγματικά λατρεύουμε: την άνοη κοσμική δημιουργικότητα που κακομεταχειρίζεται να έλλογα όντα, προγραμματίζοντάς μας με μεσμεριστικά ξόρκια που ξεφουρνίζουμε οι ίδιοι· και τους υπέρμαχους αυτής της φυσικής δύναμης, τους νικητές του αγώνα της επιβίωσης, τα ολιγαρχικά αρπακτικά που κατοικούν στην κορυφή της ιεραρχίας και κερδίζουν τις περισσότερες ανταμοιβές από τον σύμπαν αντιγράφοντας την απανθρωπιά του.
Εξαιρετικό άρθρο… αλλά κάπως φαραωνικό….
Ε, τα μακρόσυρτα άρθρα είναι στο στυλ του. Προσωπικά νομίζω ότι θα μπορούσε να συμπυκνώσει λίγο τη γραφή του, αλλά περί ορέξεως κολοκυθόπιτα.