Πριν από 4 χρόνια ο γνωστός και μη εξαιρετέος καθηγητής εξελικτικής βιολογίας στο Πανεπιστήμιο Μόρρις της Μιννεσότα των ΗΠΑ, P.Z. Myers συνέγραψε ένα μικρό, πνευματώδες, αλληγορικό κείμενο με τίτλο “The Courtier’s Reply”. Το κείμενο το μετέφρασε ο “Διαγόρας ο Μήλιος” σε άρθρο του στο ιστολόγιό του ως “Η απάντηση του αυλικού”:
Έχω εξετάσει τις αναιδείς κατηγορίες του κ. Ντόκινς με αγανάκτηση για την έλλειψη σοβαρής ακαδημαϊκής μόρφωσής του. Προφανώς δεν έχει διαβάσει τις λεπτομερείς ομιλίες του Κόμη Ροντρίγκο της Σεβίλης για τα εκλεκτά και εξωτικά δέρματα των υποδημάτων του αυτοκράτορα, ούτε δίνει ενός λεπτού προσοχή στο αριστούργημα του Μπελίνι, “Περί της ακτινοβολίας του διακοσμημένου με φτερά αυτοκρατορικού καπέλου.” Έχουμε ολόκληρα σχολεία αφιερωμένα στη συγγραφή μελετημένων πραγματειών περί της ωραιότητας της αμφίεσης του αυτοκράτορα, και κάθε μία από τις μείζονες εφημερίδες έχει παράρτημα αφιερωμένο στην αυτοκρατορική μόδα.
Ο Ντόκινς τα απορρίπτει υπεροπτικά όλα αυτά. Γελά ακόμη και στα ιδιαίτερα δημοφιλή και λίαν πειστικά επιχειρήματα του αγαπητού συμπολίτη του, Λόρδου Ντ. Τ. Μοκσκρίμπλερ, που ως γνωστόν επισημαίνουν ότι ο αυτοκράτορας δεν θα μπορούσε να φορέσει κοινό βαμβάκι, ούτε χαλεπό πολυεστέρα, αλλά πρέπει, λέγω πρέπει, να φορέσει εσώρουχα από το πιό λεπτεπίλεπτο μετάξι.
Ο Ντόκινς αγνοεί αλαζονικά όλους αυτούς τους βαθυστόχαστους φιλοσοφικούς συλλογισμούς και κατηγορεί ωμά τον αυτοκράτορα για γύμνια.
Προσωπικά, υποψιάζομαι ότι ίσως ο αυτοκράτορας να μην ντύνεται πλήρως –πως αλλιώς να εξηγηθεί η παρατηρούμενη σχόλη του προσωπικού στο πλυσταριό του παλατιού– αλλά, όπως και να’χει, όλος ο υπόλοιπος κόσμος φαίνεται να ασχολείται πράγματι με τα ρούχα του, και αυτός ο κύριος Ντόκινς είναι ένας αγενής τυχάρπαστος ο ποίος στερείται του πνεύματος των κομψών περιφράσεών μου, ώστε, ενώ μεν αδυνατώ να ασχοληθώ με την ουσία των κατηγοριών του, πρέπει τουλάχιστον να τον επιπλήξω για το πολύ κακό ύφος του.
Έως ότου ο Ντόκινς εντρυφήσει στα καταστήματα του Παρισιού και του Μιλάνου, έως ότου μάθει τη διαφορά μεταξύ σουφρωμένης βράκας και φαρδειάς πανταλόνας, πρέπει όλοι να θεωρήσουμε ότι δεν έχει πράγματι εκφρασθεί ενάντια στο γούστο του αυτοκράτορα. Η κατάρτισή του στη βιολογία μπορεί να μεν του δίνει τη δυνατότητα να αναγνωρίζει γεννητικά όργανα που κρέμονται, δεν του έχει διδάξει όμως την πρέπουσα εκτίμηση των φανταστικών υφασμάτων.
Το κείμενο γρήγορα αγκαλιάστηκε από τους αμερικανικούς αθεϊστικούς κύκλους και ο ενθουσιασμός πέρασε και στη γηραιά ήπειρο, με αποτέλεσμα ο Richard Dawkins να το συμπεριλάβει στην εισαγωγή της δεύτερης έκδοσης του best-seller του “Η περί του Θεού αυταπάτη”.
Η ουσία του κειμένου μπορεί να συμπυκνωθεί περαιτέρω σε μια αράδα διαμαρτυρίας προς τους θεϊστές: “Όταν η ύπαρξη του Θεού έχει σοβαρά και βασικά φιλοσοφικά προβλήματα, δεν πρέπει να παρεκτρέπετε τη συζήτηση με θεολογικές λεπτομέρειες”. Η λογική του κειμένου είναι σωστή. Μια γενική συζήτηση περί Θεού δεν μπορεί να εκτρέπεται με ομολογιακές θεολογικές δηλώσεις. Αλλά, ως συνήθως, η κατάχρηση είναι αυτή που δημιουργεί τα προβλήματα ακόμα και στις αγαθότερες προθέσεις.
Το μικρό αυτό χρήσιμο κείμενο δημιούργησε, δυστυχώς, μία μόδα που θα έπρεπε να ήταν αναμενόμενη. Πρώτον, έδωσε στον οιοδήποτε τη δυνατότητα να απορρίψει το οποιοδήποτε θεολογικό επιχείρημα εν λευκώ, χωρίς να γνωρίζει τίποτα για την ίδια τη φύση του επιχειρήματος (περίπου σαν προϊόν τηλεπωλήσεων. “Ρουπώστε κι εσείς σήμερα ένα Χριστιανό! Μπορείτε!”). Και δεύτερον, και χειρότερο, δίνει τη δυνατότητα στον οποιοδήποτε μη θεϊστή να μη νιώθει άσχημα για την έλλειψη γνώσεών του γύρω από θεολογικά ζητήματα και φυσικά να μην την αποζητά. Δεν ισχυρίζομαι ότι όλοι οι άθεοι θα πρέπει να είναι και απόφοιτοι θεολογικών σχολών για να αιτιολογήσουν τις απόψεις τους, αλλά και αυτό παραπάει.
Όπως ρωτάει, δικαιολογημένα εν μέρει, και η Greta Christina, “Γιατί να φάω 10 χρόνια για να μάθω θεολογία και να απορρίψω το Θεό σας, όταν εσείς το κάνετε με χιλιάδες θεούς χωρίς καν το πολυσκεφτείτε;” Κατανοητό το ερώτημα, αλλά θέλουμε όντως να θεωρήσουμε σωστή μια συμπεριφορά για την οποία κατακρίνουμε τους Χριστιανούς;
Αν ο Χριστιανός κρατά ψηλά τη Βίβλο του και φωνάζει “Δε μ’ενδιαφέρουν τα επιστημονικά σας επιχειρήματα. Η Βίβλος λέει το τάδε, εγώ το πιστεύω, το θέμα έληξε” (κατά την προσφιλή ατάκα του δημιουργιστή Ray Comfort) ο άθεος που αντιδρά παρόμοια ξεφουρνίζοντας ένα “Ααα! Η απάντηση του αυλικού!” λες και αυτό από μόνο του αποδεικνύει κάτι, δεν είναι και πολύ καλύτερος. Εμφανίζονται και οι δύο εξ ίσου δογματικοί και εξ ίσου αδαείς. Προφανώς, μία συζήτηση περί Εξελικτικής Βιολογίας δεν μπορεί να λήξει με μια δήλωση σαν την πρώτη, ούτε και μία συζήτηση περί Τριαδολογίας μπορεί να ικανοποιηθεί με την “απάντηση του αυλικού”. Το λυπηρό είναι ότι ακόμα και ο μπροστάρης του σύγχρονου αθεϊστικού κινήματος, ο Richard Dawkins, το έχει χρησιμοποιήσει για να αποφύγει να εμπλακεί σε βαθύτερη θεολογική συζήτηση.
Φυσικά προκύπτει το ερώτημα: Αν δεν θέλουν και οι δύο πλευρές να επιχειρηματολογήσουν επί της ουσίας, γιατί βγαίνουν και εκτίθενται με τέτοιο τρόπο; Μα γιατί και οι δύο κοινότητες επιβραβεύουν τη δημόσια αναμέτρηση με τον αντίπαλο. Ο Χριστιανός θεωρεί επιτακτική την ανάγκη να προστατέψει τους “ευάλωτους” από την αθεϊστική ρητορεία. Για τον άθεο η εμπλοκή με τον πιστό λειτουργεί ως μηχανισμός αυτοεπιβεβαίωσης. Η δυνατότητα του να κερδίσει ένα “διάλογο” επιβεβαιώνει την ορθότητα των πεποιθήσεών του. Το ίδιο, βέβαια, ισχύει και για τους πιστούς. Είναι προφανές ότι οι δυνατότητες για ατομική ικανοποίηση είναι μεγάλες, ενώ, λόγω της ανωνυμίας του διαδικτύου, οι απώλειες ξεχνιούνται εύκολα, σβήνοντας μεταξύ μιας πληθώρας σχολίων σε ένα ιστολόγιο ή ένα φόρουμ. Σύμφωνα πάντα με το δόγμα “μέγιστο κέρδος με την ελάχιστη προσπάθεια” διαφαίνεται μια προσπάθεια να κερδηθούν πόντοι για την ομάδα με τον λιγότερο κόπο, ασχέτως αν οι πόντοι αυτοί μεταφράζονται σε αρτιότητα επιχειρημάτων. Είναι περιττό να σχολιάσω πόσο επικίνδυνο θεωρώ αυτό τον εθελοντικό πνευματικό αφοπλισμό και αυτή την ποδοσφαιρική αντίληψη στον ιδεολογικό διαξιφισμό.
Στην Ελλάδα, προς το παρόν, η “απάντηση του αυλικού” δεν έχει γίνει τόσο δημοφιλής όσο στη γενέτειρά της και η επιχειρηματολογία μας κρατιέται σε καλύτερα επίπεδα, (όταν όντως επιχειρηματολογούμε και δεν αλληλλολοιδορούμαστε) ίσως λόγω της τόσο μισητής (κατά τ’άλλα) υποχρεωτικής θρησκευτικής εκπαίδευσης, αλλά ας έχουμε το νου μας για τέτοιου είδους παρεκτροπές.
Σε ευχαριστώ για τη μνεία, αλλά όπως προέκυψε από τα σχόλια εκείνου του άρθρου, τη μετάφραση την είχε ήδη κάνει άλλος πριν από εμένα, καθώς η δεύτερη έκδοση του «Η περί του Θεού αυταπάτη» είναι αυτή που μεταφράστηκε στα ελληνικά, και ο μεταφραστής μετέφρασε βέβαια και την εισαγωγή.
Ζήτησα αν θα μπορούσε κανείς να σαρώσει (όπως λέμε και στα ελληνικά, να σκανάρει) και να μου στείλει τη μεταφρασμένη στα ελληνικά εισαγωγή για να δω πόσο κοντά είναι η δική μου μετάφραση σε αυτήν του επαγγελματία μεταφραστή, αλλά δεν βρέθηκε κανείς να το κάνει.
Μετριοφροσύνες 😛 Μέχρι και ο PZ Meyers σε μνημόνευσε 😉